Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

cat on a hot tin roof

πέρνουμε φόρα και τα γκρεμίζουμε όλα. έχουμε πάρει τόση φόρα να αντιμετωπίζουμε τοσους μαλάκες καθημερινα, που αν κάτι καλό ερθει και κάτσει δίπλα μας, μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε κανονικά ή τις τρώει κι αυτό? τα κορίτσια που γεννήθηκαν με το σπαθί στο χέρι λέει ο Σταμάτης, που πέρνουν φόρα και τα γκρεμίζουν όλα, από πείσμα, από ανυπομονησία, από έλλειψη ψυχραιμίας. cat on a hot tin roof. πόσο μπορεί να αντέξει μια γάτα πάνω σε μια λαμαρινένια στεγη που καίει? και τι θέλει να πετύχει? να μείνει εκεί όσο περισσότερο μπορεί. τι θα κερδίσει? πόσο καίει η λαμαρίνα? αυτά και αλλα ερωτήματα δεν απαντώνται εδώ. διατυπώνονται όμως και αυτό είναι κάτι. δεν είναι?

Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010

τα ίδια

με μικρές διαφορες.
ο καφές λίγο πιο βαρύς
το φαί λίγο περισσότερο
τα τσιγάρα λίγο πιο χοντρά
το ξύπνημα λίγο πιο δύσκολο
το ποτό λίγο πιο δυνατό
οι μέρες λίγο πιο μικρές
το σκοτάδι λίγο πιο πυκνο
κι αλλα λίγα
κι αλλα πολλά
κι ο χειμώνας που έρχεται λίγο πιο βαρύς.
σκατα

Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

δευτερεύουσα

τώρα που ξαναρχίσαμε τα πηγαινε έλα σε άλλους κόσμους και το μυαλό ξαναγύρισε λίγο λίγο στις δικές τους συνήθειες, ίσα ίσα για να μη χάσει τη μπάλα δηλαδή, τώρα που τα πλάνα για ταξιδάκια δεν έχουν άλλο αεροπλάνα αλλά καραβάκια, αυτά που κάνουν τουτ τουτ και αφήνουν πίσω απόνερα, τώρα που καταργήσαμε και τα email και τόσο ωραία είναι να σε περιμένει γράμμα στην πόρτα σου, τώρα που λέμε καλημέρα με τους ανθρώπους που δουλεύουν δίπλα, τώρα που η βροχούλα πέφτει ορμητικά κάθε απόγευμα σαν να χει ραντεβού και η χοντρή σταγόνα από την τέντα πέφτει πάνω στο ταψί σε 5/8 και κάθε δύο μέτρα πάει στα 7/8 και ξαναγυρνάει, τώρα που οι σαγιονάρες βολεύουν επιτέλους και το μαγιώ μπαίνει κανονικότατα, τώρα που ο καναπές είναι στο μπαλκονάκι και οι μπυρίτσες στο ψυγείο, τώρα που τα πράγματα είναι σε τάξη, σε μια επισφαλή και πάλι ισορροπία...
τώρα? χε. αυτή η πρόταση θα μείνει δευτερεύουσα στον αιώνα τον άπαντα.
δεν έχω ιδέα τι γίνεται τώρα....

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

σε άλλους κόσμους

όπως και να χει για να διαλέξεις κόσμο, πάντα θα σου λείπουν οι υπόλοιποι. και εμένα μου λείψαν τα ταξίδια σε άλλο κόσμο. μου το θύμισε η Αλίκη που πήγε πρόσφατα στη Χωρα των Θαυμάτων.
έξι απίθανα πράγματα πριν το πρωινό
auto da fe
de la porta και η οροφή του παλάτσο Μπαρμπερίνι
Β18 Ομονοια-Πειραια
πύλες μαύρες και σκοτεινές
η Δανάη ακόμα περιμένει να φύγει από το ζοφερό δάσος
ο Σωτήρης ακόμα ψάχνει τον πατέρα του
ο Αργύρης ακόμα ψάχνει τα μεταλλεία
η κυρία με την κόκκινη ομπρέλα ακόμα ψάχνει να φτάσει στον πύργο της
ταξίδια σε άλλους κόσμους που τόσο καιρό είχα να κάνω.
ταξίδια που μείναν στη μέση
ιστορίες που ακόμα περιμένουν το τέλος τους.
ω! πόσο καιρό έχω να κάνω ταξίδια σε άλλους κόσμους?

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

τινάξου

μωρέ μια χαρά είναι αυτές οι μερες και το διάβασμα μια χαρά αντέχεται, απλώς λίγο λίγο θέλω να περάσουν οι βδομάδες να τελειώνουμε με όλη αυτή τη μπούρδα της εξεταστικής, και να ξυπνάμε το πρωί χωρίς πανικό, να μην πεταγόμαστε με τα ξυπνητήρια, να μη μας ενοχλούν τόσο πολύ τα μπετά από δίπλα, να μην ανησυχούμε τόσο για το αύριο, να μην είναι τόσο ξινό το πεπόνι, να μην είναι τόσο τσουχτερά τα κουνούπια, να μην είναι ανυπόφορα τα μεσημέρια με τη ζέστη στη μέση της πόλης, να μην είναι τα ξενύχτια για το διάβασμα. λίγη ηρεμία αν επιτρέπεται! να ξεχάσω να βάλω ξυπνητήρι και να μην ξυπνάω πανικόβλητη προσπαθώντας να ξεκουνήσω εναν εγκέφαλο κοιμισμένο να θυμηθεί τι ξέχασε. λίγο άγχος λιγότερο.
μέχρι τότε εύχομαι να βρέχει και μπουμπουνάει τα σούρουπα.

Κυριακή 9 Μαΐου 2010

αγχη πολλά άγχη!!

η γενιά των 700 ευρώ, τώρα των 500, η καινούρια γενιά, η γενιά του ίντερνετ, της παγκοσμιοποίηση, η γενια των προφυλακτικών, των χαπιών, της αυπνίας, των ψυχασθενιών, του 2000, η γενιά της 3ης χιλιετίας και των 300 εμφραγμάτων.
γιατί οι νέοι δεν μπορούν να κοιμηθούν? γιατί τρων τα νύχια τους? γιατί είναι βουλιμικοί? 7 στους 10 φίλους αυτό το μήνα, έδειξαν με επιστημονικά εμπεριστατωμένα κριτήρια, να παρουσιάζουν επικίνδυνα σημάδια άγχους. εγωκεντρικοί, αστέρια, σταρχιδιστές, μικροί, μεγάλοι, ρομαντικοί, τυχαίοι, δικοί μου, ξένοι, καινούριοι, παλιοί. το μόνο που μας ενώνει είναι το άγχος!
γιατί δεν μπορώ να φύγω ένα ταξίδι? γιατί δεν μπορώ να βρω γκόμενα? γιατί δεν έχει σήμερα λιακάδα? γιατί δεν μπορώ να κοιμηθώ? γιατί είμαι 22 χρονών και δεν έμαθα τίποτα? να πάρω μυοχαλαρωτικά? να πάρω αγχολυτικά? να πάρω βιταμίνες? γιατί δεν μπορώ να ξυπνήσω?
σαν νευρικές σπαστικές πενηντάρες στρίτζες με πολύ μέικαπ και βαμμένο μάτι και πλατίνα και ρυτίδες.
θερίζουν τα εμφράγματα στους 20αρηδες!!! να αρχίσω να ανησυχώ??

Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

money money money


Το είδα στο Σκύλο της Βάλια Κάλντα, που το είδε στου Αλλουφάνη, που το πήρε απ' τον Αντιδρασέξ, που κοιτούσε την Παπασταύρου, που μιλούσε με τη Γιαδικιάρογλου και έτσι κάπως γυρνάνε τα συνθήματα από δικτυακό στόμα σε δικτυακό στόμα και μετά έρχεται η Φίνος Φιλμς και μας πλακώνει όλους τους μπλογκερς στις σφαλιάρες...
ερώτηση εβδομάδας: οι αλήθειες και οι μεγαλύτερες πολιτικές κριτικές γίνονται από τοίχο σε τοίχο, από κάδο σε κάδο, απο ΚΑΦΑΟ σε ΚΑΦΑΟ...??? αν ναι, τότε καλά κάνω και δεν έχω τηλεόραση. γιατί έχω τον Πασχάλη να με ενημερώνει για το τώρα, την Έμυ να με ενημερώνει για το χτες και με λίγο μυαλουδάκι και πέντε-έξι φίλους για κουβεντούλα, βγάζουμε συμπερασματάκι για το αύριο. ο χρόνος είναι καλυμένος λοιπόν. κι ο χρόνος ειναι χρήμα? κι αυτό καλυμένο??


πάνε μέρες τώρα που το μόνο και κύριο θέμα είναι τα χρήματα, η οικονομική κρίση. και μάλιστα πρόσεξα πως συζητείται περισσότερο κι από το βιντεο-ΣΟΚ* της αγαπητής* τζούλιας.. πράγμα απλώς απαραδεκτο*.
δεν με πειράζει να αγχωθείς για το μέλλον σου, δε με πειράζει να σε πειράζει το γεγονός ότι δεν έχεις λεφτα, αλλά σου μιλάω με την απόλυτη κατάσταση ασφαλείας ενός φοιτητή που το νοίκι του το πληρώνουν οι γονείς του κι έχει λεφτουδάκια στην τράπεζα κάθε πρώτη του μήνα, λεφτουδάκια αδούλευτα. κι εγώ λοιπόν σου λέω με όλο το θράσος. μην ξεχνάς, τη λιακάδα, τις πασχαλιές (που μου βγάλαν την ψυχή, αλλά ανθίσαν οι πουτάνες), τη θέα από ένα βουνό, ότι η μπύρα από ένα περίπτερο είναι εξίσου καλή με αυτή που πληρώνες 7 (Ε) ρε μλκ!!, ότι χωρίς κινητό και τηλέφωνο ίσως έβλεπες και κανα φίλο σου που και που, ότι ίσως ένας άνθρωπος που ζει σε ένα νησί και καλλιεργει αμπέλια, είναι πιο ευτυχισμένος από σένα, ότι δεν τον κερατώνει η γυναίκα του, ότι ακούει πολλές "καλημέρες" το πρωί, ότι χαιρετάει πάντα τον ήλιο όταν πέφτει με ένα "εις το επανειδείν", ότι κάνει περισσότερο σεξ από σένα, ότι τα παιδιά του ίσως να μη γίνουν ίμο και να μη σιχαίνονται να τον βλέπουν, ότι κάθε πρωί κάθεται 2 λεπτά στο μπαλκονάκι του και κοιτάει τη θάλασσα και σε έχει γραμμένο στα @@ρια του. γιατί το χρήμα για αυτόν είναι μέσο. δεν είναι σκοπός. όλα τα υπόλοιπα είναι σκοπός. και αυτός ο άνθρωπος, αν έχει καμιά περίσσια ώρα τη μέρα δε σαπίζει στην τηλεόραση, ούτε βλέπει τσόντες, παίρνει την κοπελιά του απο το χέρι και παν μαζί σιγά σιγά σε καμιά βρυσούλα στο βουνό. και σε έχουν χεσμένο!

στμ: όπου * υπερβολική δόση ειρωνείας (που με σώζει από την υ.δ. ηρωίνης!) που ίσως φαίνεται ξεκάθαρα και χωρίς βοηθήματα, αλλά στην προκειμένη περίπτωση δε θέλω να ποντάρω τίποτα λιγότερο από τα όλα.

χα!!! και πώς το χάρηκα!! το τι το χάρηκα δεν περιγράφεται!!! ξαφνικά εκεί που ανησυχείς για το αν αύριο θα έχει μισθό, ή λογαριασμό στην τραπεζα, τσουπ! τεράστια clouds of volcanic ash spread over Europe!!!
δεν είναι κάτι σαν να ανησυχείς μην πατήσεις καμιά λακούβα στην άσφαλτο και σε παίρνει σβάρνα νταλίκα?? βρήκε ώρα το ηφαίστειο!! με το ωραίο του όνομα!!!

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

οι πασχαλιές από κλωστές κρέμονται

εμ βέβαια πού να ανθίσουν οι πασχαλιές... τολμάνε? άνοιξη είναι αυτή? ένα πράγμα βέβαιο δεν υπάρχει εδώ γύρω. λες κι ο κόσμος κρέμεται όλος από κλωστές. μια η οικονομία, μια η οικογένεια, μια οι σχέσεις όλα κρέμονται από κλωστές. βέβαια, όταν κάποιος είναι ηλίθιος διπολικός μαλάκας σκορπιός και έχει κέφια, οι κλωστές φαίνονται συρματόσχοινα με τεράστιο δείκτη ασφαλείας. κ είναι μες στη χαρά.
κι άμα λοιπόν φας ένα γερό χαστούκι κ δεις οτι κλωστές τελικά τι κάνεις?? οχι όχι όχι. αυτό ήταν το πρώτο που πετάχτηκε στο κεφάλι μου. δεν ήθελα να το ξέρω. κ δεν το χα ξαναπει. τι έγινε τώρα ρε φίλε?? αρχίσαμε να κλείνουμε τα μάτια μας? ειδαμε την αγνοια για ευλογια? αυτό πώς έγινε τώρα? όχι δεν το δέχομαι. εγώ θα επιμείνω στην προηγούμενη δική μου ρήση. "αμα δε θέλεις να ξέρεις, φτύσε το μήλο σου και ξανατράβα για παραδεισο. εμείς εδώ και ζούμε αναμεσα σε κόλαση και παράδεισο και ανεβοκατεβαίνουμε με σαβουρο-ασανσέρ, και γουστάρουμε."
ναι βέβαια αυτή τη στιγμή δεν το πιστεύω καθόλου. αλλά αμα έχει ο Πασχάλης δίκιο ΘΑ ΤΟΝ ΣΦΑΞΩ ΤΟΝ ΠΟΥΣΤΗ!!!!

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

που ειναι οι πασχαλιές!? οεο???

το σπίτι το πάσχα... ωωωω!! το σπίτι το πάσχα. ο σκύλος να γυρνάει μέσα στα πόδια της μάνας μου μες στην κουζίνα παρακαλώντας για κανένα μεζέ, με αποτέλεσμα αυτή να σκοντάφτει πάνω του, την ώρα που κρατάει κατσαρόλες, να του πατάει τις ουρες, τα πόδια τα αυτιά, με τσιρίδες δικές της και του σκύλου, τινάζοντας τον κόσμο στον αέρα κάθε πέντε λεπτά. η γιαγιά στο μέσα δωμάτιο που αγνοεί ακόμη και μετά από ένα χρόνο την ύπαρξη του σκύλου, να μας αναγκάζει να κάνουμε τους κομάντο για να κρύψουμε τον έναν από τον άλλο. τρεις μέρες μαγείρεμα. τρεις μέρες φαί. τρεις μέρες λιακάδα από το μεγάλο παράθυρο με τον φαρδύ ορίζοντα.

το αρνί του πάσχα. μα γιατί γιατί γιατί. να έχω κάνει τόσο κόπο στη ζωή μου να βρω ανθρώπους διαμάντια, ανθρώπους υπέροχους, που μπορώ και να συζητάω μαζί τους, και να γελάω και να περνάω υπέροχα. και πώς γίνεται ρε συ τις μέρες που είναι για να περάσω καλά, καταλήγω με γιαγιάδες με θείες, με ξιπασμένα ξαδέρφια, με ξιπασμένους φίλους, με εντελώς ανομοιογενείς παρέες, που δεν μπορούν να βρουν ούτε ένα κοινό θέμα να συζητήσουν, ούτε ενα κοινό τραγούδι να ακούσουν, οπότε το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να κάνει το βλάκα, μέχρι να βγει το αρνί απο το φούρνο, τον ξυλόφουρνο, που δε λέει να ανάψει με τίποτα. αχ αυτές οι πασχαλινές παρέες. άνθρωποι που ποτέ μα ποτέ δε θα είχες λόγο να κάνεις παρέα μαζί τους, ξαφνικά είναι σαν τους μόνους φίλους που έχεις. απίστευτο χάλι!!!

εντερίλα μες στο σπίτι, απίστευτη αηδία. και το μόνο που ρουφάει αυτή τη μυρωδιά ειναι οι πασχαλιές. και που ειναι οι πασχαλιές?? οέο? γιατί δεν ανθίσαν ακόμα? τι στο κέρατο περιμένουν.... αηδίες. εδώ έχει μεγάλη πεδιάδα και ωραίες λιακάδες. και για αυτό ακριβώς είναι επικίνδυνο όπως λεει ο φίλος μου ο μπίλμπο να βγαίνεις από την πόρτα σου χωρίς να ξέρεις πόσο μακριά μπορεί να σε παν τα πόδια σου. καλά ειναι.

κι εγώ σήμερα θα φύγω, να πάω να βρω τις πασχαλιές που ερχόμενη ήξερα πως δε θα βρω εδώ. δε θέλει και πολλά το πάσχα, στην τελική. λίγο γέλιο, λίγη παράνοια, μια καλή λιακάδα, και τη μαγειρίτσα να τελειώνει πριν ακόμα αναστηθεί ο χριστός. και τώρα που τελείωσε το πάσχα, εμένα μου μύρισε carib με λεμονάκι, πανω στην κλειώ, λίγο πριν πέσει ο ήλιος. οι θεσσαλονικείς θα καταλάβουν νομίζω. ;-)

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

20 ευχές για μια άνοιξη

είναι κανα δυο πραγματάκια που μπορεί να μη σου φτιάχνουν το κέφι αμα δεν το χεις. αλλά αμα το χεις στο απογειώνουν. τέτοια λιακάδα λοιπον και εμενα αυτά τα ωραία μου μυρίσανε σήμερα.
1. η φαγούρα στο στομάχι λίγο λίγο μεγαλώνει όταν ξεκινάει το τρένο
2. η μυρωδιά του αέρα έξω από την πόλη στις 5 το πρωί. όχι όταν γυρνάς στις 5. αλλά όταν φεύγεις στις 5. άλλη μυρωδιά.
3. το καινούριο βιβλίο της jane austen που σου μοιάζει όταν το παίρνεις με ένα υπέροχο καλομαγειρεμένο γεύμα, και θες να το χλαπακιάσεις.
4. μια φυσαρμόνικα που παίζει στο κατάστρωμα, νύχτα με σύννεφα, και τρελό αέρα.
5. ένας πιτσιρικάς που παίζει το house of rising sun στη μέση της πολης και ξαφνικά νιώθεις τη φασαρία της θεσσαλονίκης να απομακρύνεται και να σβήνει σε κάθε κουπλέ
6. το ξύπνημα χαράματα του πατέρα μου, παλιότερα για να ανεβεί στο βουνό και να σκάψει λάκκο να φτιάξει φωτιά περιμένοντας το αρνί να ανέβει σιγά σιγά μαζί με τους υπόλοιπους.
7. ο ύπνος που είναι ελαφρύς και σε ξυπνάει καθε ήχος κάθε φως αλλά δε σε πειράζει τελικά να βγάλεις τη νύχτα μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, παρακολουθώντας το φως να βγαίνει σιγά σιγά και να μπαίνει από το παράθυρο που ούτε το παντζούρι δε θες να κλείσεις. ειδικά η διαπίστωση το πρωί, ότι δεν είσαι καθόλου μα καθόλου κουρασμένος..
8. ραντεβού, που κανείς δεν πηγαίνει στην ώρα του, αλλά φτάνουν και οι δύο με ταυτόχρονη καθυστέρηση, σε μια πόλη άδεια άδεια άδεια. κυρίως η προετοιμασμένη δικαιολογία που έχεις όταν φτάνεις ένα τέταρτο αργότερα και δεν είναι κανείς εκεί. θα ήθελες να πεις ότι και καλά ήρθες στην ώρα σου και να γκρινιάξεις για το στήσιμο αλλά δε σου βγαίνει στην τελική γιατί έχει ωραίο φεγγάρι και καθόλου κόσμο.
9. από τώρα μου μυρίζουν οι πασχαλιές που ακόμα δεν άνθισαν, μαζί με την εντερίλα που μυρίζει το σπίτι όταν η μάνα μου κάνει μαγειρίτσα
10. το σουσουρισμα στο αρχαίο θέατρο των φιλίππων κατακαλόκαιρο με τις πατούσες να καίνε και τον κώλο να πονάει στα μάρμαρα που ζεματαν από το μεσημεριανό ήλιο, αλλά από συνήθειο και μόνο ποτέ μα ποτέ δε θα αγοράσουμε φελιζόλ.
11. η υπέροχη αίσθηση να κοιμάσαι χωρίς βαριές πιτζάμες κι ας έχει κρύο το βράδυ και θες πάπλωμα
12. νέα που έρχονται από άλλες χωρες από ξενιτεμένους φίλους και τόσο πολύ χαίρεσαι να βλέπεις τα εισερχόμενα μέιλ, και είναι τόσο μεγάλη η ξενέρα να είναι απο το φέισμπουκ τελικά...
13. η ησυχία το μεσημέρι και ο καφές που αχνίζει και επιτέλους επιτέλους επιτέλους χόρτασα αρκετή λιακάδα για να κάτσω ένα μεσημέρι μέσα και να γράψω αυτό το βιβλίο που τοσο μα τόσο μου άρεσε!
14. η ελευθερία κινήσεων σε μια πόλη άδεια. αν ξεπεράσεις το σοκ, ότι όλοι οι φίλοι σου έχουν φύγει και είσαι μόνος σε μια πόλη, αρχίζεις και το απολαμβάνεις και θυμάσαι πόσα πράγματα είχες να κάνεις αν έβρισκες μια τέτοια ευκαιρία
15. το κλακ κλακ που κάνουν τα τακούνια στην παραλία. στην αρχή σου σπάει τα νεύρα, αλλά μαθαίνεις να απολαμβάνεις το ίδιο σου το τέμπο. κλακ κλακ.
16. ένα κωμμοτήριο που δεν έχει περιοδικά αλλά βιβλία, και σου δίνει την ευκαιρία η μαύρη ρίζα να ανακαλύψεις την "αναγκαιότητα της αγάπης" του νίκου δήμου.
17. περασμένες μέρες που είναι πια πίσω και βλέπεις τη ζωή να καλυτερεύει μέρα με τη μέρα. όταν αυτό σταματήσει να σε τρομάζει, τότε είσαι ανίκητος.
18. εντύπωση προκαλεί πόσο μπορεί να σε ξαφνιάσει μια έξοδος όταν αυτή απαιτεί τακούνια και κραγιόν. και μάλιστα κόκκινο
19. η ηρεμία που σε πιάνει όταν οι δουλειές όλες έχουν γίνει και απλώς κάθεσαι και υπολογίζεις τις επομενες
20. που έχεις μάθει να μην υποτιμάς καθόλου την ευγενική καλοσύνη των ξένων. των απόλυτα ξένων, των λίγο ξένων, που σου προσέφεραν καποτε απλόχερα, ένα χαμόγελο, μία βοήθεια, ένα χαρτομάντηλο, μια συμβουλή, ένα βλέμμα. ω! είναι γλυκό να βασίζεσαι στην ευγενική καλοσύνη των ξένων.
αυτά. και ευχές για μια δροσερή, φωτεινή, γλυκιά και μυρωδάτη άνοιξη

Παρασκευή 12 Μαρτίου 2010

το τρενάκι του τρομου

ειναι για γερα στομάχια. για αυτούς που όταν μπουν μέσα θα γουστάρουν να φρικάρουν κάθε λεπτό. για αυτούς. τους καμμένους, τους ανάποδους, που πάνω στη σκούνα στο αιγαίο, δεν είναι κιτρινοι από την αναγούλα, αλλά κάθονται πάνω στην πλώρη και γουστάρουν ανεβοκατέβασμα. φρικιά του κόσμου ενωθείτε, συσπειρωθείτε γύρω μου καλύτερα.
το λουνα παρκ, ήταν πάντα μια ευχάριστη αίσθηση, το 4g σου ανεβάζει την αδρεναλίνη στα ύψη, τα xtreme sports πάντα ήταν μια ωραία ιδέα, που πάντα θα γούσταρα να δοκιμάσω.

όχι. δε μου λέει κάτι. εξτρεμισμός υπάρχει εδώ καλά εδραιωμένος, και δεν το κουνάει ο πούστης απο δω πέρα, εγώ για αλλού ξεκίνησα κι αυτός αλλού με πάει, κι αλλα πολλά εμπριμέ.
χα
κι εγώ ακόμα περπατάω ρε!

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

αμα δεν πατώνεις κολύμπα


αναποδιές, στραβές, μικρές, στριμένες, γυρισμένες, τσιριτσάντζουλες, κωλοτρυπίδια, λιώματα, σουρεαλιστικές μαλακίες, παρανοικές μέρες, ομαδικές, μονόχνωτες και αχόρταγες, με λιακάδες με υγρασίες, με σύννεφα, με χιόνια και χαλάζια. και η άνοιξη δε σημαίνει λιακάδα. σημαίνει ότι ο λίβας σηκώνεται, γυρνάει, σηκώνει πολυκατοικίες στον αέρα, στεγνώνει τα ρούχα με ένα φύσημα, στεγνώνει τα μάτια με δυο φυσήματα, ξαγρυπνάει όσους παν να κοιμηθούν, όσους δε θέλουν να κοιμηθούν, όσους κρύβονται από τον εαυτό τους, τους βάζει να τρων τα ρούχα τους, λίβας ζεστός, λίβας δυνατός γεμάτος κόκκινο χώμα. μέχρι και το χιόνι κάτω απο την πουδρίτσα του, το έβαψε κόκκινο. άνοιξη και αστην να σε πιάσει. κι αμα σου ρθει ανάποδα, και δεις το νερό να σηκώνεται, και άμα δεν πατώνεις σκάσε και κολύμπα. η χαρούλα δυο ευχές, κι ο μάνος περιμένει να δει πώς έρχονται τα σύννεφα.

μη βάλεις μαρτάκι. μη βάλεις μαρτάκι. άσε την άνοιξη να σε πιάσει. και να σε πιάσει από τα μαλλιά και να σε σηκώσει και να περιμένεις να πέσεις και να μην πέφτεις, σκάσε, κολύμπα και απόλαυσε τη βόλτα. ναι έστω και την εναέρια.

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010

bye bye


καλό ταξίδι παιδιά.
ήδη έχουν αρχίσει όλοι ένας ένας να φεύγουν αριστερά και δεξια, ο κόσμος είναι μικρός, δε χανόμαστε. με σχοινιά ελαστικά. ο καθένας μόνος του απο δω και μπρος. σαν τέλος σεζόν μου κάνει αυτό και εγώ ξέρω ότι στο τέλος κάθε σεζόν όλοι πηγαίνουν στις παραλίες, χειμώνα ή καλοκαίρι, αγκαλιάζονται, γελάνε, ξεχνάν τις ατάκες τους παίζει κάποιο χαρούμενο νοσταλγικό τραγούδι και σιγά σιγά πέφτουν οι τίτλοι. δε γαμιέται. και του χρόνου εδώ θα μαστε κ έχουμε και συνέχεια. δεν είναι λοιπον τέλος σεζόν γιατί τα μισά μείναν ανοιχτά. ρεπό είναι. διάλειμα.
και δε γαμεί!? αυτό δεν είναι κ τίποτα. είναι το αποχαιρετιστήριο που σας χρωστάω. καλό ταξίδι, και εδώ γύρω είμαστε όλοι. cusoon!

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

χαιρετίσματα στο θείο

...[για όποιον έχει ζήσει στη ζούγκλα, οι όχθες του Αμαζονίου είναι σωστός πολιτισμός. στις βραζιλιάνικες π΄΄ολεις όπως η Μπελέμ ντο Παρά, η Παριντίς, η Σανταρέμ, το Μανάους, στην κολομβιανή Λετίσια ή στην Περουβιανή Ικίτος αλά και σε άλλες παρόχθιες πόλεις, υπάρχει ηλεκτρικό, αυτοκίνητα, σκατς, τσίχλες Adams. αλλά αν κανείς απομακρυνθεί πεντακόσια χιλιόμετρα από κάποιο παραπόταμο του Αμαζονίου, αλλάζει το πράγμα. Για να φτάσεις σε τέτοια μέρη χρειάζεται να ταξιδέψεις κάμποσες μέρες με μηχανοκίνητες βάρκες ως εκεί που επιτρέπουν οι καταράκτες του ποταμού. έπειτα με κανό, για εβδομάδες ολόκληρες, διασχίζοντας ελώδη εδάφη, κατοικημένα από ανωφελή κουνούπια, επιθετικούς ινδιάνους, θηρία, φίδια και τη θερμοκρασία σταθερή σους 38 βαθμούς, σε συνδυασμό με υψηλότατη ατμοσφαιρική υγρασία.
Πρέπει να είσαι άντρας βαρβάτος για να ζήσεις έξι μήνες σ' ένα γαρίμπο* στον Ανω Ταπαζός.
ο γαριμπέιρο δε χρησιμοποιεί κουνουπιέρα. κοιμάται ντυμένος με μακρυμάνικο πουκάμισο, κουμπωμένος ως το λαιμό και αν δεν έχει γάντια, ορά δύο ζευγάρια κάλτσες, σε κάθε πόδι και σε κάθε χέρι. πρέπει να τυλίξει το κεφάλι μ' ένα πανί που να του προστατεύει το πρόσωπο. όλα αυτά επειδή το τούλι της κουνουπιέρας δεν κάνει τίποτα εκεί που κατοικοεδρεύει το πιούμ, μικροσκοπικό αιμοβόρο δίπτερο που διαπερνά και το πιο σφιχτοπλεγμένο τούλι. όταν το πιουμ ρουφά το αίμα, αφήνει έαν κόκκινο εκέ στην επιδερμίδα. κόκκινο από το φρέσκο αίμα, που όταν πήξει, γίνεται κατάμαυρο. και έπειτα από δύο εβδομάδες, χιλιάδες τσιμπήματα αφήνουν πάνω στο δέρμα ένα μαύρο κάκαδο, με όψη αηδιαστική. να γιατί πρέπει να κοιμάται κανείς με γάντια σε χέρια και πόδια.
έπειτα από μια νύχτα στην αιώρα, συντροφιά με τα κουνούπια και τα πιούμ, τον γαριμπέιρο τον περιμένει ο κασμάς και το φτυάρι στην καυτή ζούγκλα. η δουλειά του είναι να εκτρέψει τη ροή ενός μικρού ρυακιού και να σκαλίσει τη χρυσοφόρο λάσπη στην κοίτη του. πρέπει να τη φτυαρίσει και να την κοσκινίσει μ' ένα πρωτόγονο ξύλινο κόσκινο, όπου βάζει κάμποσα δίχτυα διαφορετικού διαμετρήματος. με τη βοήθεια νερού που πέφτει από ψηλά, χωρίζει διαδοχικά τις πέτρες, τη χοντρή άμμο, την ψιλή και την πιο ψιλή, ώστπου στο τέλος με τη σκάφη στο χέρι, κάνει το υγρό να χορεύει έναν κυκλικό χορό, και με τη φυγόκεντρο δύναμη διαχωρίζει τον χρυσο από τις προσμίξεις της άμμου.
και για να φτυαρίζεις άμμο όλη την ημέρα μέσα στον ατμό του ισημερινού που κόβεται με το μαχαίρι και να τρέφεσαι σχεδόν αποκλειστικά με αλεύρι αό μαντιόκα, πρέπει να είσαι άντρας νταβραντισμένος.
η μοναδική ανάπαυλα στη ζούγκλα είναι οι θέρμες. όταν φτάνουν, ο γαριμπέιρο ξαπλώνει στην αιώρα του για μια-δυο μέρες, δίχως να τρώει τίποτα γιατί ξερνάει ως και το νερό που πίνει. έπειτα αδυνατισμένος από τον πυρετό και τη νηστεία, κίτρινος, με τα μάτια κατακόκκινα από το αίμα, ο γαριμπέιρο φτύνει στις χούφτες του, δοξάζει το Θεό και πιάνει πάλι κασμά και φτυάρι.
το μοναδικό του ξεφάντωμα είναι τα βράδια του Σαββάτου. τότε, ο γαριμπέιρο πίνει, καυγαδίζει, σκοτώνει, πεθαίνει. και δεν είναι διόλου πρέπον να αποφεύγει τον οικισμό τα σαββατόβραδα. να μην πιει ή να μείνει στο γαρίμπο δεν είναι αντρίκεια πράγματα. κι αυτός που δε φέρεται αντρίκεια θα υποστεί εξευτελισμούς.
ναι. στα γαρίμπο πρέπει να είσαι άντρας με αρχίδια. κι ο πιλότος Μοασίρ δε Ολιβέιρα Νέτο διέθετε αυτό το προσόν.]...

[στη γλώσσω των γαριμπέιρο, "σφαλίζω" ένα καμπαρέ σημαίνει κλείνω τις πόρτες, ώστε κανείς να μην μπορεί να βγει. όποιος μπει μέσα ξέρει πως πρέπει να πιει μέχρι να καταρρεύσει στην υγειά του "σφαλιστή". στο αποκορύφωμα του γλεντιού, ο σφαλιστής αρχίζει τη σκοποβολή με τα χρωματιστά λαμπιόνια ή τα μπουκάλια στα ράφια, ενώ η ευνοούμενη της στιγμής πανηγυρίζει τις επιτυχίες του με ξεκαρδίσματα και με το χέρι της να ψαχουλεύει μέσα στο σώβρακο.
σ' ένα καλό σφάλισμα συνήθως υπάρχουν προκλήσεις, ξεκαθαρίσματα παλιών λογαριασμών μέχρι και ρώσικη ρουλέτα.
στα γαρίμπο, ο Ζε Μπονιτίνιο γνώρισε τους κανόντες της ζούγκλας και τους έκανε δικούς του. "ο χρυσός δεν αγαπά τον τσιγκούνη". όποιος δεν έχει αρχίδια να ξοδέψει σ' ένα και μόνο ξεφάντωμα το χρήμα που κέρδισε όλη την περίοδο, όποιος δεν έχει αρχίδια να κλείσει ένα καμπαρέ και δεν τολμάει να εξευτελίσει και να σπαταλήσει το χρυσάφι, ε, αυτός ποτέ δε θα έχει τυχη στα γαρίμπο. "O ouro nao quer homem tacanho", "ο χρυσός δε θέλει τον τσιγγούνη"
οι καλύτεροι χρυσοθήρες του Ταπαζός έμεναν στους πρόποδες στης Σέρα ντο Κατσίμπο, όπου ζούσαν οι πιο επιθετικοί ινδιάνοι. στα τριάντα του, ο Ζε, έπειτα από πέντε χρόνια στη φυτεία του καουτσούκ και εφτά στα γαρίμπο, αφού είχε σφαλίσει οικισμούς ολάκερους και είχε ανταλλάξει πιστολιές με τους σκληρότερους τύπους του Ουρουρού, αφού είχε παίξει δύο ρώσικες ρουλέτες (οι νεκροί στην μπάντα, να συνεχιστεί η σάμπα και ο χορός), έπειτα απ' όσα είχε περάσει σε τούτη τη ζωή, δε φοβόταν πια ούτε θεούς ούτε δαίμονες, δε φοβόταν κανέναν ινδιάνο ΄σο άγριος κι αν ήταν. συνάμα, γνώριζε κάμποσα ξόρκια για να αντιμετωπίζει τις αναποδιές...]

Daniel Chavarria- χαιρετισματα στο θείο


τα ποτήρια

λιακαδα. που σημαίνει πολλά πράγματα. θα μείνω στο πρώτο πράγμα που σημαίνει η λιακάδα, μόλις ξυπνάς. όχι θα πάμε βόλτα, αυτό είναι το δεύτερο. το πρώτο είναι , θα πιω φραπε. θα μείνω σε αυτό με χαρακτηριστική ποιότητα εμμονής. θα πιω φραπε στη λιακάδα σημαίνει ότι όταν πιω τον πρώτο για να ξυπνήσω θα πιω τον δεύτερο για να τον απολαύσω. ετσι λοιπόν ο πρώτος αδειάζει με το πρώτο τηλεφώνημα και σιγά σιγά μαζεύω το κουράγιο που απαιτείται για τέτοιου είδους αγγαρείες, να φτιάξω τον δεύτερο. προς μεγάλη μου έκπληξη όμως τα δαχτυλά μου σαν καινούριοι νεύτωνες ανακαλύπτουν πως το ποτήρι είναι πολύ βαρύτερο από ότι θα περίμεναν, και δη το άδειο ποτήρι! αργά βήματα για κουζίνα, πατ, πατ ή μάλλον πλαφ πλάφ, γιατί παρά τη λιακάδα, ακόμη φοράμε βαριες παντόφλες το κερατό μου. πλαφ και συνειδητοποίηση. γιατί είναι βαρύ το ποτήρι?
γιατί είναι γυάλινο, πλαφ πλάφ
μα πάντα γυάλινα δεν ήταν τα ποτήρια του καφέ? πλαφ
γυάλινα τα ξεκίνησες μαράκι αλλά λίγο λίγο και στην πορεία, πλαφ, έγιναν πλαστικά και μετά φελιζολένια. πλαφ ποτήρια πολυτεχνείου, του κηλικείου, πλαφ, των αναρχικών, 50 λεπτά ο καφές, με καλαμάκι και σκεπασμένος με πλαστικό προφυλακτικό για να μην λούζεσαι, και καλαμάκι που πάντα κάνει τον ανατριχιαστικό θόρυβο όταν στρίβει και μπαινοβγαίνει στην άτσαλη και σφιχτή του πλαστική καπότα με τα τέσσερα αυτά γνώριμα δόντια, με τη ζάχαρη στον πάτω χριτσι χρίτσι, με το χρυσο κανόνα του καφέ, ρουφάς πάντα δύο εκατοστά πάνω από τον πάτο.πλαφ πλαφ
γεμίζω με καφέ ξανά
και να αδερφε μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα ήσυχα ήσυχα κι απλά
και να αδερφε μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα ήσυχα ήσυχα κι απλά
καταλαβαινομαστε τώρα, δε χρειάζονται περσοτερα.
συμπληρώνω με ζάχαρη

και τι καταλαβαίνουμε από ολα αυτά? ότι οι καφέδες είναι για το χέρι, μόνο για το χέρι. για το δρόμο, για το διάβασμα, για την παρέα. βγάζω το καλαμάκι με τους κόκκους του καινούριου καφέ πάνω του.
και ο φραπές μόνος του στο σπίτι μόνο με λιακάδα, είναι κάτι ξένο για τα δαχτυλά μου.
και πες μου εσύ. τι σου λεει αυτή η διαφορά ανάμεσα στα ποτήρια τα γυάλινα και τα πλαστικά?τζτζτχρτσφλλλρρρρτ λυσσαει το χτυπητήρι, πόσο διαφορετικό ήχο κάνει στο γυάλινο από τον ήχο που κάνει στο πλαστικό!! γιατί το πλαστικό ποτήρι με το φραπέ μέσα, κυρίως δηλαδή η έλλειψή του αυτό το ηλιόλουστο μεσημέρι που θα μου φέρει τις αλκυονίδες λίγο λίγο, μου μύρισε καλοκαίρι, θάλασσα, πλαφ πίσω για γραφείο, τη μυρωδιά του ξεραμένου φραπέ στα δάχτυλα, στα πηγούνια, την καρπουζοχαρά, το περπάτημα στην παραλία, το φεστιβάλ ντοκιμαντέρ, τα κοντομάνικα, τα καλσόν που παναγία μου να εξαφανίζονταν, τη μυρωδιά της σκηνής που έχει ένα χρόνο να ανοίξει, τα απόνερα του πλοίου, την αναγούλα της θάλασσας πάνω κάτω, τα σπλεντιντ στα τρένα, πλαφ, το βάρος του σάκου στον ώμο, τις ηλίθιες σακούλες του άγγελου!, την απαίσια μυρωδιά ακατέργαστου πετρελαίου του καινούριου φουσκωτού στρώματος, η αίσθηση των πελμάτων που καίνε και πέφτουν σε κρύο νερό, το ξεφλούδισμα. πραφ βαριά στην καρέκλα.
φλσσστ, πρώτη ρουφηξιά από τον καινούριο καφέ.
όχι όχι όχι,ΟΧΙ!. σηκώνομαι παίρνω και τον καινούριο καφέ μαζί. πάω κουζίνα, ψάχνω ντουλάπια συρτάρια. να το! ήμουν σίγουρη πως θα υπήρχε έστω και ένα, είναι τοσο πολύτιμα, και έχουν μείνει εδω, από πότε? από το πάρτυ του γιώργου? όχι όχι, από τον πάγκο με τους καφέδες στη βλάστη. ναι, έχουν ακόμα χώματα πάνω, ναι. ώ ωραία χώματα μες στο συρτάρι μου!, βγάζω ένα. γκλουγκλουφτ! αναδιάταξη.

εγώ θα πιω τον καφέ μου σε πλαστικό σήμερα και μόνο και μόνο για αυτό, αγαπάω τη σημερινή λιακάδα.

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

ακόμη μετράει αντίστροφα


απο το πρωί έβρεχε και αυτό δεν ήταν καθόλου καλός οιωνός. μα φυσικά και θα βρεχε! τι θα κανε? όταν οι μέρες βγαίνουν τόσο άδοξα το ξέρεις ότι το πρωί θα βρέχει. και χωρίς αέρα. στατικά. επίσης το τηλέφωνο δε χτύπησε καθόλου, ησυχία, καιρό είχαμε να δούμε αλλά αυτή η σιγή τηλεφώνου επίσης δεν ήταν καλός οιωνός. το πάπλωμα έπεσε βαρύ για σήμερα και μας πήρε το μεσημέρι. τα νεύρα βγήκαν στο νεροχύτη, έλαμψε ο πούστης, σε τέσσερα πλυντήρια, στο γρήγορο πρόγραμμα, σε καθάρισμα και σε φαγάκι μπόλικο. από αυτό που όταν τρώω δεν είναι να με βλέπει άνθρωπος. γύρος με σαλάτα μαρούλι, όλα μαζί αχταρμά?! ε ναι!
κατάφερα είδα δύο επεισοδιάκια που χρωστούσα από το δεκέμβρη. το τηλέφωνο δεν το πιασα στα χέρια μου, μια υποβόσκουσα αγωνία όλη μέρα, που ευτυχώς ξέσπασε σε νεύρα και ψιλοεκτονώθηκε.
μα ότι και να γίνει όλη μέρα γύρναγε στο κεφάλι μου ένα τραγούδι. εντελώς μηχανικά το ποντίκι μπήκε στο αυτόματο και άκουσα την εισαγωγή που ήθελα. ο τρελός τσιγγάνος όλη μέρα στοίχειωνε το σπίτι. άστον να παίζει τώρα, μπας και θα μου λύσει αυτός το κουβάρι.
οι μέρες οι αντίστροφες μετράν ακόμα. τελειώνουν τα χρονικά περιθώρια λίγο λίγο
μυαλό ακόμη δεν έβαλα, απόφαση ακόμη δεν πήρα, κι οταν δεν μπορώ εγώ να αποφασίσω, περιμένω να αποφασίσει η ζωή για μένα, κι αυτή η σκρόφα είπε να κάνει διάλειμα τώρα. ότι θέλει ας κάνει. δεν πάει και τίποτα χαμένο... όλα κάτω από το μαξιλάρι καταλήγουν και άμα πάω να ξαπλώσω αντηχούν και μου σπαν τα νεύρα. όχι όχι. δεν είναι μαξιλάρι αυτό. πηγάδι με τρελή ηχώ είναι που άλλα της λες και άλλα αντιλέει. τρελή ηχώ!
της ηχούς τα καμώματα λοιπον με φέραν εδώ, άλλο μπαλάκι να πετάς στον τοίχο και άλλο να σου ρχεται πίσω. κάθε άνθρωπος έχει πάνω από τρεις διαστάσεις και το μαξιλάρι μου χωράει τα πάντα. κι οι μέρες ας μετράν όσο θέλουν.

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

freedom writers diaries



πάντα οι αληθινές ιστορίες μου φαίνονταν μισές. συνήθως στερούνταν φαντασίας και έμπνευσης. και μία αληθινή ιστορία ποτέ δε με συντάραξε μόνο με το προσόν του να είναι αληθινή. αληθινή ή ψεύτικη για μένα είναι το ίδιο και χτυπάει ακριβώς στα ίδια νεύρα. ταινίες, βιβλία, παραμύθια, ιστορία, μυθολογία, περσινές φάσεις από το καλοκαίρι, ιστορίες φίλων, γονιών, από το στρατο, από τη χούντα. όλες επεξεργάζονται ακριβώς από το ίδιο μέρος εγκεφάλου. χωρίς διαφοροποίηση ή ιστορικό ρατσιμό. νέα έννοια

freedom writers λοιπόν. τόσο αληθινή που δε χρειάστηκε τίποτε περισσότερο για να τη γουστάρω. αφιερωμενη σε όσους δεν πίστεψαν στην ελπίδα, σε όσους δεν πιστεύουν ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει, αφιερωμένη σε όσους πιστεύουν ότι τα ταλέντα των ανθρώπων περιορίζονται στις δουλειές τους, αφιερωμένη σε όσους φοβήθηκαν τις ζωές τους και λάκισαν.
freedom writers. ποτέ ο κύκλος των χαμένων ποιητών δεν ήταν τόσο άμεσος. δεν ήταν τόσο πρακτικός. δε διαμορφωνε ζωές με τέτοιο τρόπο. μέτρησε. ακούμπησε. πλαστική παραμόρφωση. καθόλου άσχημα.
freedom writers. ο κόσμος είναι ένα τρομακτικό μέρος, αλλά σε έναν άνθρωπο που μπορεί και τον σέβεται, είναι απλώς ένα κουβάρι για ξετύλιγμα.

βαρύς χειμώνας τρύπιο πάπλωμα


είναι απίστευτο πώς μέσα στο καταχείμωνο μπορώ κ κυκλοφορώ με ένα παλτουδάκι. και αλήθεια ρε φίλε! κρύο δεν ένιωσα! φυσούσε ο βρεγμένος ο βαρδάρης κόντρα και σήκωνα το κεφάλι μου για να πάρει αέρα! και γούσταρα. τα δάχτυλα μου μούδιαζαν και τα νεύρα τραβιόντουσαν. και γούσταρα. και ψυχικά και σωματικά μη σου πω. απόδειξη! τα χέρια μου δεν έσκασαν ουτε στιγμή και τα χείλια μου μπορεί να κάηκαν αλλά δεν άνοιξαν. γούσταραν όλα.
αλλά για να κοιμηθώ το βράδυ πρέπει να βάλω το πιστολακι κάτω από το πάπλωμα να κάψει τα σεντόνια μέχρι να κάνει τσαφ κ να σβήσει.
βαρύς χειμώνας. τρύπιο πάπλωμα.
με τους ώμους ακόμα ψηλά και καθαρά πια στην αντίστροφη μέτρηση.

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

ούτε αλεξικέραυνο!

όχι όχι δε λέω! μπήκε ο μήνας κ μου κλεισε το μάτι! για τα καλα! μη ρωτάς ποτέ τι άλλο μπορεί να σου τύχει! γιατί θα σου τύχει! η παράνοια έχει κλείσει ένα ευτυχές τετράμηνο και δεν τη βλέπω να τελειώνει στα κοντά. μετράμε απώλειες λίγο λίγο βέβαια. τα λεφτά έχουν τελειώσει προ πολλού, τα συμπληρωματικά έχουν τελειώσει, τα δανεικά έχουν τελειώσει, τσιγάρα βρίσκουμε πάντως, καμιά μπυρίτσα κερασμένη, οι φύλακες που θα μπορούσαν να είναι ασφαλίτες, ένας μισοσπασμένος αντίχειρας, ένας μαλάκας μεθυσμένος στην εκκλησιά από κάτω που κλαίει τη μύτη του τώρα, ένα πόδι μισοστραμπουληγμένο(ούτε μια δουλειά να μην μπορείς να κάνεις σωστά ρε κορίτσι μου!?), μαθήματα περασμένα, απέραστα, απροσπέλαστα, μισοπερασμένα, μακέτες, χαρτόνια, κοπίδια στην τσάντα, λαπτοπ καμμένο, καφές τελειωμένος, ποτήρια για τασάκια, ρούχα άπλυτα, συννεφιές και λιακάδες, κρύο και παλτά, καλοκαίρι χειμώνα, μα να μην μπορώ να βρω ένα τραγούδι για σήμερα?, ένα να τα πει καλύτερα από μένα?, γιατί ούτε να το σκεφτώ δεν μπορώ, ούτε να το περιγράψω το σημερινό, ποτέ μην λες ποτέ, μάθε να παίζεις, μα πώς στο κέρατο παίζεται αυτό ρε παιδιά? έξυπνα μαρία έξυπνα!, ξύπνα ρε φίλε το πρωί, τρέχα προβατάκι να σωθείς, μα γιατί πίνετε από τις 4 το μεσημέρι τσίπουρα? για πόσους διαφορετικούς λόγους θα πιω σε μια μέρα? ξεχνα το το πάρτυ το πρωί δίνεις μάθημα fcd fck as και μαλακίες, παρατα το μπετό παρατα το το χάλι, θερμός με γαλλικό, φωνάζει η τέσσυ "πασχάληηηηη", αύριο θα φωνάζει πιο δυνατα, πασχάλη προετοιμάσου για το καλό σου το λέω!, 9 και σήμερα οι μέρες για τον άγγελο, 4 και σήμερα οι μέρες για την εξεταστική, χ μέρες μέχρι το τέλος του κόσμου, μετρήσεις αντίστροφες, γιατί όπως τα λένε όλοι αυτά τα κόλπα τα ζόρικα από τις ινδίες έχουν ημερομηνία λήξης, τι κάνει το βρακί έξω από την πόρτα?, γιατί με περιμένει να γυρίσω? ποιος μαλακας ανοίγει μαγαζί και το λέει "ελέφαντας" τι ευχαρίστηση βρίσκει η πάολα στην πορνεία? αυτές και άλλες ερωτήσεις δεν απαντώνται, διατυπώνονται όμως και αυτό είναι κάτι, δεν είναι?


α ρε μεγάλε χριστιδη, πού είσαι άμα σε χρειάζομαι!?! γιατί η μέρα είναι μεγάλη και οι μέρες όσο μεγαλώνουν και όσο μεγαλώνουν οι μέρες μεγαλώνουν και οι δικές μου μέρες, και μπορεί να τρέχω γρήγορα, μπορεί να ρίχνω ποτήρια, μπορεί να ξέρω τι μου γίνεται, αλλά αμα τα φέρει η ζωή και αυτά τα χάνω και όλα τα υπόλοιπα μαζί με το μπούσουλα! και τι κάνω τώρα ρε κουμπάρε? να πακτώσω κωλώνα στο σαλόνι και να αρχίσω το στριπτίζ? με δεκάπατο ή χωρίς δεκάπατο?!
έλα και τελείωνε μαράκι, άστο να πέσει λίγο, να κοιμηθεί και το πρωί άμα βγει ο ήλιος και σου κλείσει το μάτι θα τη βρεις την άκρη. πάγο για το χέρι, χαμομήλι για το καλό και άντε και νανακια. το χουμε πει! δεν το χουμε πει? η παράνοια ήρθε για να μείνει κι η πουτάνα επιδεινώνεται! και καλα μας κάνει! παιχνίδια ζόρικα για παίκτες καλούς ε? ε και μεις τι ειμαστε δηλαδης?!?!?! μα μου το είπε εμένα η καφετζού μου. έρχονται καταιγίδες. καλές δυνατές καλοκαιρινές. και τι μάθαμε? ένα πράγμα στη ζωή μας την ξεκούρδιστη. να μην κουβαλάμε ομπρέλα. με τις υγείες μας

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

μήνας- μήνας

τελευταία μέρα αυτού του μήνα, που ήταν τόσο ευγενικός μαζί μου, ένας μήνας 10 στα 10, και τελευταία κυριακή που μου ξημέρωσε αυτό τον μήνα είχε μια συννεφιά απογοήτευση. αυτή η θεσσαλονίκη η γκρίζα, αν θέλει να γίνει απαίσια και ξεσηκώνει από μέσα της αυτή τη γκρίζοκίτρινη αιθαλομίχλη...
όλο το μήνα έβλεπα τα σύννεφα και μπορούσα να δω και πιο πάνω, ήμουν στη λιακάδα που έχουν τα σύννεφα στην πλάτη τους. και δε με πείραξε ουτε στιγμή.
αλλά και με την τελευταία συννεφιά του... πώς μπορώ να θυμώσω εγώ σε τέτοιο μήνα?
και δεν του θύμωσα
και τα σύννεφα ανοίξαν.
και η κιθάρα βγήκε από τη θήκη της
και οι πόρτες άνοιξαν να αεριστεί το σπίτι
και έβαλα μπλουζάκι αμάνικο
και χαμογέλασα στην καφετιέρα μου που γουργούριζε
και άδειασα και τα τασάκια
και έπαιξα πιάνο παρά το πρισμένο μου δάχτυλο
και η ατέχ που βγήκε από την τράπουλα μου έκλεισε το μάτι

πάμ' φλεβάρη? παμ΄φλεβάρη!(κατα το παμ' πλατεία)
vaya con dios! μπαίνουμε στον υδροχόο

και εγώ κάθε χρόνο έχω δύο παραδόσεις. κάθε δεκέμβρης είναι μαυρος, μες στην καταχνιά με κλειστά παντζούρια, με μπουκάλια άδεια, με κουτιά από πίτσα για τζένγκα, με τη διάθεση να σέρνεται χαμέ και με την 193498 επανάληψη charmed kαι alias στο pc.

και κάθε φλεβάρης είναι παρδαλός. με καβγάδες με μάχες, με παρεξηγήσεις, με ιστορίες, με τρεχάματα, με αίματα, με δάκρυα και άλλα πολλά μελοδραματικά πράγματα που μέχρι το μάρτη έχουν ξεχαστεί. πάλι είναι όμως και ο πιο τρελός των μηνών. φυσάει ξαφνικά εκείνος ο σορόκος, υγρός και ζεστός, τρελός άνεμος και το βλέπεις στον αέρα, πως οι άνθρωποι γύρω σου αρχίζουν να τρελαίνονται. επιστημονικό αυτό. κάνουν πράγματα εκτός χαρακτήρα. ιδέες πέφτουν βουνό πάνω στο τραπέζι και είναι δύο όλες και όλες οι φράσεις που μου φέρνουν κάθε φλεβάρη.
"it's the santa annas. when the wind is like that, the casino close and all bets are off. because anything can happen." - the holiday
"Υπάρχουν περισσότερα πράγματα στον ουρανό και στη γη, Οράτιε, απ' όσα έχει ονειρευτεί η φιλοσοφία σου."- Άμλετ
αλλά η φετινή η χρονιά μπήκε με πανσέληνο και ότι χαρτί και να τραβήξω από την τράπουλα μου λέει ότι το μέλλον είναι αβέβαιο.
δύο πραγματα ειναι σιγουρα οι αναχωρησεις και οι αφιξεις! like death and taxes....

έτσι λοιπόν.
σε χαιρετώ ρε μεγάλη γεναρη, φίλε και δάσκαλε! για 31 μέρες ήσουν πραγματικά τεράστιος. υγεία!

ρε καριόλη φλεβαρη!! εδώ είμαστε κ περιμένουμε! κι αμα είναι να βγάλω τα γάντια του μποξ από την ντουλάπα, να μου κλείσεις το μάτι από πριν!. πάει.?

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

το κλείνω το μαγαζάκι


ειπατε το βασιλει
χαμαί πέσαι Δαίδαλος αυλά
ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην
ουδέ μάντισσα δάφνην
ου παγάν λαλαίουσαν
απέσβετο και λάλον ύδωρ

διπολικές μαλακίες...


Η πεποίθηση ότι η υπερβολή δεν είναι φυσιολογική για τον άνθρωπο μοιάζει με τον ισχυρισμό ότι η χαλκομανία είναι ψυχική πάθηση.

ευχαριστώ. έψαχνα μια τέτοια απάντηση, και ήρθε δια στόματος ou ming.

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010

Ο Δολοφόνος μου pt2

Στα αριστερά μου βρισκόταν ένα δωμάτιο με μια τζαμαρία, φτιαγμένο για να επιβλέπει κανείς το χώρο εργασίας, με τα γυμνά φώτα να γυαλίζουν πάνω στα τζάμια, άσπρα και κρύα. Από το διάδρομο δίπλα, ήρθαν τρεις άντρες με βήμα βαρύ που αντήχησε στην πέτρινη σήραγγα. Ο Δολοφόνος μου στεκόταν τώρα δίπλα μου και στο διάδρομο απέναντι βρίσκονταν τρεις άντρες με χακί ρούχα, κρατούσαν όπλα και μας σημάδευαν. Ο Δολοφόνος μου κρατούσε και αυτός ένα όπλο, αλλά δε σημάδευε κανέναν ούτε κοίταζε κανέναν.
Δε σκέφτηκα ούτε είχα σκοπώ να αντιδράσω αλλά το όπλο αυτό βρέθηκε στα δικά μου χέρια και χωρίς ούτε μια σταγόνα ιδρώτα, βρέθηκα να προστατεύω το Δολοφόνο μου με το ίδιο μου το σώμα και να ρίχνω όσες σφαίρες είχε το όπλο μου στους τρεις αυτούς άντρες μέχρι να πέσουν κάτω. Ο Δολοφόνος μου με κοίταξε με μάτια ορθάνοιχτα, της πραγματικής απορίας που ζωγραφίζονται στα πρόσωπα όταν ξαφνιάζονται από τις πράξεις των ανθρώπων.
Η Ιρίνα βρέθηκε πίσω από τους φρουρούς και με το δικό της όπλο σκότωσε όσους ζούσαν ακόμη. Ευγενική και χαμογελαστή αλλά κρύα όπως πάντα με ρώτησε αν με νοιάζει για το τούνελ αυτό, αν με ενδιαφέρει τόσο ώστε να μπλεχτώ στα πόδια της. Της απάντησα πως όχι, αλλά ήξερα και εγώ και αυτή πως έλεγα ψέματα. Ικανοποιήθηκε με την απάντηση και μου είπε πως τώρα με θεωρεί φίλη της και την ίδια στιγμή, έκανε νόημα στο Δολοφόνο μου, πως είχε έρθει η ώρα να με σκοτώσει. Έφυγε από την προβλήτα και με άφησε μόνη με το Δολοφόνο μου, που με κοιτούσε στα μάτια με το άδειο βλέμμα του. Περίμενα το θάνατό μου υπομονετικά αλλά ο Δολοφόνος μου ούτε κουνήθηκε ούτε μίλησε. Έμεινε ακίνητος για ένα λεπτό και στη δυναμικά ακίνητη αυτή θέση, αυτή φάνηκε όλη η αναποφασιστικότητα. Αλλά δεν έδειξε κανένα σημάδι αγωνίας και ο θάνατός μου τελικά δεν ήρθε εκείνη την ώρα.
Ο Δολοφόνος μου έφυγε άπραγος και έκλεισε την πόρτα πίσω του, αφήνοντάς με μόνη στην αποβάθρα. Έμεινα εκεί για ώρα, δεν άκουσα, ούτε είδα κανέναν. Πολύ αργότερα τα φώτα άναψαν στο άσπρο δωμάτιο και μπήκε μέσα η Ιρίνα με τη συνοδεία της και το Δολοφόνο μου. Η Ιρίνα μου χαμογελούσε και ο Δολοφόνος μου πάντα στη ίδια στάση, πάντα ανέκφραστος. Η μεγάλη πόρτα δίπλα στο δωμάτιο άνοιξε και όλοι οι εργάτες ήρθαν και στάθηκαν μαζί μου πάνω στην ξύλινη αποβάθρα. Δεν έμοιαζαν ανήσυχοι, ούτε χαρούμενοι, ούτε στενάχωροι, είχαν μία αφηρημάδα και μία χαλαρότητα που με ενοχλούσε αφόρητα.
Η αποβάθρα άρχισε να κινείται πλάγια, προς το πιο βαθύ και μαύρο σκοτάδι. Κοιτούσα με αγωνία να δω τι υπάρχει στο βάθος του αλλά δε φαινόταν τίποτε και η αποβάθρα πήγαινε προς τα κει με μια εφιαλτικά αργή ταχύτητα. Είδα το πρόσωπο του Δολοφόνου μου μέσα από το τζάμι να με κοιτάζει αλλά στα μάτια του αυτή τη φορά είδα πόνο και αυτοσυγκράτηση. Προσπάθησα αφελώς να κερδίσω χρόνο και προχωρούσα προς το τέλος της αποβάθρας κινούμενη αντίθετα με τη φορά της. Πήγαινε τόσο αργά, που μπορούσα εύκολα να μετακινηθώ πιο γρήγορα από αυτήν, αφήνοντας το φωτεινό δωμάτιο πίσω δεξιά μου.
Εργάτες δεν υπήρχαν σε αυτό το σημείο και είδα ότι τα σανίδια ήταν καλυμμένα με ένα πορτοκαλί σεντόνι, κεντημένο με αστερισμούς. Αλλά δεν αναγνώρισα κανένα αστερισμό και ήξερα, πως αυτός ο ουρανός δεν είναι ο δικός μας, είναι κάποιος άλλος ουρανός που φαίνεται από άλλους κόσμους. Στο τέλος της ξύλινης αποβάθρας υπήρχε μία γυναίκα που καθόταν οκλαδόν πάνω στο σεντόνι. Ήταν γύρω στα εξήντα αλλά η ομορφιά της ξεχώριζε και τα φουντωτά κόκκινα πορτοκαλί μαλλιά της έπεφταν αχτένιστα στην πλάτη της και μου φάνηκε σαν το μόνο χρώμα που είχα δει ποτέ. Μου χαμογελούσε και το χαμόγελό της μου άρεσε. Πλησίασα προς το μέρος της.
«δε θα έπρεπε να βρίσκεσαι εδώ» μου είπε με τη βαθιά υδάτινη φωνή της. Μου έδωσε ένα καφέ χάπι και μου είπε, πως πριν το τέλος του τούνελ θα βρω ένα ασανσέρ, πως πρέπει να μπω μέσα και να ανέβω στον έβδομο όροφο. Αν πάρω το χάπι και καταφέρω να βρεθώ στον έβδομο δε θα θυμόμουν τίποτε από όλα αυτά και θα ήμουν ασφαλής. Περνώντας για άλλη μια φορά από το τζάμι κοίταξα το Δολοφόνο μου που με μεγάλη απορία με κοιτούσε με μάτια ορθάνοιχτα, την ώρα που κατάπινα το καφετί χάπι. Αλλά παρέμενε ακίνητος, όσο η αποβάθρα περνούσε από μπροστά του.

Πριν το τέλος του τούνελ βρήκα το ασανσέρ και με ευκολία μπήκα μέσα. Πάτησα το κουμπί επτά και ο θάλαμος άρχισε να ανεβαίνει. Κι όμως σταμάτησε ανάμεσα στους ορόφους δύο και τρία. Όσο κι αν πατούσα το κουμπί 7 ο θάλαμος δεν ανέβαινε. Κατέβηκα στο δεύτερο όροφο.
Η πόρτα άνοιξε και βρέθηκα στο λόμπυ του ξενοδοχείου. Οι άντρες που δούλευαν για τον άντρα μου ήταν εκεί και τότε κατάλαβα πως θυμόμουν τα πάντα, πως δεν είχα ξεχάσει τίποτε. και ήμουν η μόνη. Ανάμεσα στους άντρες που δεν έδειχναν καμία απειλητική στάση προς τα μένα, βρισκόταν και ο Δολοφόνος μου που με κοιτούσε με περιέργεια. Αυτός ήξερε. Προσπαθούσε να καταλάβει τι ακριβώς θυμάμαι από όσα είδα. Κι εγώ αποφάσισα να προσποιηθώ πως δε θυμάμαι απολύτως τίποτα. Γυρνούσα ανάμεσα στους άντρες που κάθονταν χαλαροί στους καναπέδες και ζητούσα τον άντρα μου. Κανείς δεν ήξερε πού είναι. Ήθελα να μάθω για το χάρτη να βεβαιωθώ, πως δεν ήταν εκεί και όταν τους ρώτησα, κανείς δε γνώριζε για την ύπαρξη του χάρτη. Ο Δολοφόνος μου όμως κατάλαβε αμέσως πως θυμόμουν τα πάντα και κατευθύνθηκε προς το μέρος μου. Προσπάθησα να τρέξω για να του ξεφύγω και γύρισα ξανά μέσα στο ασανσέρ. Όμως αυτός πρόλαβε και μπήκε μέσα μαζί μου.
Έμεινε ακίνητος και με κοίταζε και αναγνώρισα την ίδια δυναμική ακινησία της αναποφασιστικότητας. Έμεινα για άλλη μία φορά εκεί περιμένοντας υπομονετικά το θάνατό μου, αλλά η στάση του χαλάρωσε και οι ώμοι του έπεσαν. Προς μεγάλη μου έκπληξη πάτησε το κουμπί επτά και το ασανσέρ κινήθηκε προς τα πάνω. Αν κατάφερνα να βρεθώ σε εκείνο τον όροφο δε θα θυμόμουν τίποτε και δε θα χρειαζόταν να με σκοτώσει. Και η επιλογή αυτή ήταν δική του. Κι όμως το ασανσέρ σταμάτησε στη μέση και άρχισε να κατεβαίνει. Βρεθήκαμε στο υπόγειο και όταν η πόρτα άνοιξε, η Ιρίνα στεκόταν μπροστά μας.
Με καλωσόρισε και μου συστήθηκε. Με ξενάγησε στους κοιτώνες και μου είπε τι δουλειά θα πρέπει να κάνω. Δε με θυμόταν. Κάθε μέρα έπρεπε να πηγαίνω στην Ασιάτισσα και φέρνω φαί για τους εργάτες στους κοιτώνες. Έβλεπα τους εργάτες γύρω μου και αμέσως κατάλαβα πως ήταν τα ίδια πρόσωπα τα οποία ήταν εκεί και την προηγούμενη φορά, αλλά όπως και η Ιρίνα κανείς δεν έδειχνε να με θυμάται. Ένα πρωινό η Ασιάτισσα έλειπε και όταν ρώτησα την Ιρίνα τι ακριβώς της είχε συμβεί και πού βρίσκεται, δεν ήξερε να μου απαντήσει διότι δεν ήξερε ποια είναι η Ασιάτισσα. Οι εξαφανίσεις των προσώπων ήταν κι αυτές εκεί.
Απεγνωσμένη κατέφυγα ξανά στην αποβάθρα, αποφασισμένη αυτή τη φορά, να μάθω τα πάντα για το τούνελ, πού οδηγεί και τι ακριβώς κάνει σε αυτούς τους ανθρώπους. Ο Δολοφόνος μου ήρθε μαζί μου και στεκόταν στο πλάι μου όταν ήρθαν από το διάδρομο τέσσερις άντρες με όπλα ντυμένοι στα χακί. Για μία ακόμη φορά πήρα το όπλο του Δολοφόνου μου και προστατεύοντας τον με το σώμα μου έριξα κάτω τους φρουρούς. Ο Δολοφόνος μου με κοίταξε με την ίδια απορία. Η Ιρίνα φάνηκε στο διάδρομο μαζί με τη συνοδεία της αλλά πρόσεξα και άλλη μία γυναίκα μαζί της. Ήταν ψηλή και είχε μαύρα κοντά μαλλιά. Δε χαμογελούσε και δε μου άρεσε καθόλου. Αυτή σκότωσε όσους φρουρούς ήταν ακόμη ζωντανοί και η Ιρίνα στράφηκε προς το μέρος μου. Με ρώτησε αν με ενδιαφέρει αυτό το τρένο τόσο ώστε να της σταθώ εμπόδιο και της απάντησα όχι. Μου χαμογέλασε και έκανε νόημα στο Δολοφόνο μου πως είχε έρθει η ώρα να με σκοτώσει. Έφυγε και με άφησε μόνη με το Δολοφόνο μου.
Αυτός με κοιτούσε και πάλι είδα μέσα του την ίδια πάλη. Οι ώμοι του χαλάρωσαν και το κεφάλι του έπεσε μπροστά, ξεθυμασμένα και παραιτημένα πια.

«τρεις φορές προσπάθησα να σε σκοτώσω και τρεις φορές απέτυχα, δε θα προσπαθήσω ξανά. 147 φορές έχω δει αυτό το τρένο να φεύγει στο τούνελ και την επόμενη μέρα οι εργάτες ξυπνάν ξανά στα κρεβάτια τους μέσα στους κοιτώνες. Δε θυμούνται τίποτε από αυτά που έζησαν. Όλοι έχουν χάσει τις ψυχές τους. Κι εσύ κι εγώ. Αυτός ήταν ο πόνος που νιώσαμε όλοι, λίγο πριν έρθουμε εδώ. Αλλά η δική σου είναι ακόμη έξω από εδώ και σε περιμένει. Και η δική μου είναι. Ίσως είναι και των άλλων αλλά αυτό δεν το ξέρω. Το μέρος αυτό είναι λάθος πια και έχει χάσει το σκοπό του. Ο Άντρας σου ήταν αυτός που το ελέγχει και όσοι προσπάθησαν να ελέγξει το μέρος αυτό, πιάστηκαν στο ατέρμονο αυτό τούνελ. Η Ιρίνα κάποτε θυμόταν αλλά έχει περάσει καιρός από τότε που σταμάτησε και αυτή. Θα έπρεπε να θυμάται, γιατί αυτή αποφασίζει ποιος θα μείνει και ποιος θα φύγει από το σταθμό. Υπάρχουν πολλοί που είναι εδώ τόσο καιρό όσο κι εγώ. Αλλά αυτοί δε θυμούνται, κανείς τους εκτός από μένα. Κανείς δεν ανήκει εδώ και η σήραγγα πάει καιρός που έχει αλλάξει πορεία. Και μετά ήρθες εσύ και τα πράγματα άλλαξαν, και όταν ξαναήρθες τα πράγματα άλλαξαν και πάλι. Και υπήρξαν πολλοί που πολέμησαν για να ελευθερωθεί αυτό το μέρος, να ανέβει ξανά πάνω από τη γη, να λειτουργεί σωστά αλλά όλοι έχασαν τις ελπίδες τους, ή χειρότερα, τις ξέχασαν. Εγώ παίζω το ρόλο μου χωρίς να το κάνω κι αυτό σωστά. Δεν ξέρω αν αποφάσισα σωστά, θα μπορούσες να μείνεις εδώ για πάντα, νεκρή εδώ, αλλά οι κύκλοι που υπάρχουν είναι μεγαλύτεροι από αυτή τη σήραγγα. Κι αν είναι να είσαι εσύ, αυτή που θα σπάσει τη σήραγγα για να γίνει όπως έπρεπε να ναι, τότε ας έχει, κι εγώ θα σ’ έχω βοηθήσει.» με αυτά τα λόγια μου γύρισε την πλάτη και έφυγε αφήνοντάς με μόνη πάνω στην προβλήτα.
Πέρασε ώρα και η Ιρίνα μπήκε με τη συνοδεία της στο φωτεινό δωμάτιο, η γυναίκα με τα μαύρα μαλλιά δίπλα της και ο Δολοφόνος μου να στέκεται στην άκρη και να με κοιτάζει με πόνο. Η πόρτα άνοιξε και οι εργάτες στάθηκαν μαζί μου στην πλατφόρμα. Μέσα στις γκρι στολές τους, κουβέντιαζαν αμέριμνα και αδιάφοροι και την τύχη τους περίμεναν όσο η προβλήτα προχωρούσε αργά προς το τέλος του τούνελ. Ο Δολοφόνος μου μέσα από το τζάμι με κοιτούσε και έβλεπα το σώμα του να σφίγγεται και τα χέρια του στο στήθος με τις γροθιές τους σφιγμένες.
Κατευθύνθηκα στο πίσω μέρος της πλατφόρμας, όπου ξεκινούσε το πορτοκαλί σεντόνι. Είδα τους κεντημένους αστερισμούς, αλλά αυτή τη φορά τους αναγνώρισα και ήξερα πως αυτός ήταν ο δικός μας ουρανός. Η γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά όμως δε βρισκόταν εκεί. τότε ένιωσε μέσα στη χούφτα μου να υπάρχουν δύο καφετιά χάπια και κατάπια το ένα. Περνώντας μπροστά από το γυάλινο δωμάτιο είδα το Δολοφόνο μου με μάτια κόκκινα να με κοιτάζει. Φαινόταν τόσο λυπημένος που η καρδιά μου άρχισε να λιώνει. Ο ήχος της αντήχησε στα τοιχώματα του τούνελ και για πρώτη φορά άκουσα κι εγώ το δικό της ήχο. Ίσως ήταν η πρώτη φορά που ακούστηκε καρδιά να χτυπάει σε αυτό το μέρος και οι εργάτες με κοίταξαν με απορία και καχυποψία. Αλλά εγώ κοιτούσα μόνο το Δολοφόνο μου.
Τότε τον είδα να κινείται αργά ανάμεσα στους ανθρώπους στο δωμάτιο και ανοίγοντας την πόρτα βρέθηκε μαζί μου στην προβλήτα. Πήγα προς το μέρος του και τον αγκάλιασα σφιχτά. Με φίλησε με πάθος και η δική του καρδιά άρχισε να χτυπάει. Ταράχτηκε με τον ήχο και έπιασε το στήθος του.
«πάει πολύς καιρός από τότε που άκουσα αυτή τη φωνή» μου είπε. Του έδωσα στο στόμα το δεύτερο χάπι που βρισκόταν στο χέρι μου και με κράτησε σφιχτά όσο η αποβάθρα πλησίαζε προς το τέλος του τούνελ. Είχα γαντζωθεί πάνω του και αυτός με κρατούσε όσο πιο σφιχτά μπορούσε. Το φως γύρω μας μεγάλωνε και ένιωθα τον αέρα να ζεσταίνεται και να μας πιέζει. Το φως φαινόταν να είναι φτιαγμένο από μια ύλη πυκνή που μας περικύκλωνε και προσπαθούσε να μπει ανάμεσα στη σφιχτή αγκαλιά μας. Αλλά ο Δολοφόνος μου κι εγώ το πολεμήσαμε για όση ώρα μπορούσαμε. Ήταν μάταιο. Το φως ήταν πολύ δυνατό. Κοίταξα για μια τελευταία φορά τα μάτια του Δολοφόνου μου και άφησα το σώμα μου στο έλεος αυτού του φωτός.
******
Δε θυμάμαι ακριβώς τη συνέχεια, θυμάμαι να προσπαθώ να κρατήσω το πρόσωπο του Δολοφόνου μου στο μυαλό μου και να πασχίζω με δύναμη να κρατήσω στη μνήμη μου όλα όσα έχουν συμβεί. Κι όμως για ένα μόνο είμαι σίγουρη.
Όταν ξύπνησα βρισκόμουν μέσα στην κοιλιά της μάνα μου και ένιωθα την ανάγκη να βγω από κει για να βρω το Δολοφόνο μου. Και από την ώρα που γεννήθηκα είχα μέσα μου τον ίδιο φόβο, πως θα τον ξεχάσω και δε θα τον βρω ποτέ.

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010

Ο Δολοφόνος μου pt1

Βρισκόμουν στο ξενοδοχείο του άντρα μου. Ευχόμουν να μην επιστρέψει. Δε μου ήταν καθόλου ευχάριστη η συντροφιά του και πάντα μου προξενούσε ένα αίσθημα φόβου. Οι άνθρωποι που δούλευαν για αυτόν δε μου μιλούσαν ποτέ. Αδιαφορούσαν παντελώς για μένα και η ίδια η ύπαρξή μου δεν τους αφορούσε καθόλου. Αλλά δε με ενοχλούσαν. Γυρνούσαν με τα γκρίζα ρούχα τους μέσα στον όροφο, προσπερνώντας με και ποτέ δε μου έριχναν ούτε μία ματιά. Μόνο ένας άντρας με τον οποίο δεν είχα ανταλλάξει ποτέ κουβέντα με κοίταζε συνέχεια αλλά η ματιά του δε με ενόχλησε ποτέ ούτε με έκανε να νιώσω άβολα. Αυτός ήταν ο Δολοφόνος μου και τα ρούχα του ήταν μαύρα.
Ο μόνος που με ενοχλούσε ήταν ο άντρας μου. Ο ίδιος τρόμος με έπιανε κάθε όταν έβλεπα αυτές τις τεράστιες πλάτες να πλησιάζουν. Αλλά εκείνη τη μέρα δεν ερχόταν κι εγώ περιφερόμουν άσκοπα στον όροφο του ξενοδοχείου. Στο μόνο όροφο που μου επιτρεπόταν να πάω, όταν αυτός έλειπε. Εκεί που οι άντρες του γυρνούσαν τεμπέλικα μιλώντας και βρίζοντας με μία χαλαρότητα που δεν ταίριαζε στη δουλειά τους. Αναζητώντας μοναξιά βρέθηκα μέσα σε ένα φωτεινό δωμάτιο δίχως έπιπλα με άσπρους τοίχους, όπου το μόνο που υπήρχε ήταν ένα μεγάλο τραπέζι.
Τότε ο Φίλος μου μπήκε μέσα στο δωμάτιο λαχανιασμένος. Είχα να τον δω καιρό, όπως και όλους τους άλλους γνωστούς μου στη μακροχρόνια κράτησή μου. Η αγωνία μου κορυφώθηκε, όταν τον είδα γιατί ήξερα, πως δε θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί, κανείς δεν μπορούσε να επισκεφθεί εμένα, πόσο μάλλον σε αυτόν τον όροφο, τον τόσο καλά φυλαγμένο. έκλεισε την πόρτα πίσω του και επειδή είχε λίγο χρόνο μόνο στη διάθεσή του, μου μίλησε γρήγορα. Μου είπε πως ο άντρας μου έχει στην κατοχή του ένα χάρτη, μιας περιοχής κάτω από το έδαφος. Δεν ήξερε τι ακριβώς σκόπευε να κάνει με το χάρτη αυτό και τι σκοπούς είχε για τη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά ήταν σίγουρος ότι αν πείραζε οτιδήποτε στο υπόγειο αυτό μέρος, θα σήμαινε το τέλος. Τα λόγια του μέσα μου αντήχησαν και κατάλαβα περισσότερα από όσα μου είπε. Χωρίς να σκεφτώ ξεκόλλησα το χάρτη από το τραπέζι και του τον έδωσα. Του είπα να φύγει γρήγορα. Αυτός έμεινε για ένα λεπτό ελπίζοντας πως θα πάω μαζί του κι όμως και οι δύο ξέραμε πως δε θα μπορούσα να φύγω. Ο Φίλος μου έφυγε γρήγορα και πολλοί άντρες τον κυνήγησαν αλλά ήμουν σίγουρη πως κατάφερε και ξέφυγε μακριά τους.
Ο Δολοφόνος μου ανέκφραστος είχε παρακολουθήσει όλη τη σκηνή και δε μίλησε ούτε λίγο. Τα μάτια του ήταν και πάλι καρφωμένα πάνω μου και στεκόταν στην ίδια στάση όπως πάντα. Πιάνοντας τον ένα του καρπό με το άλλο του χέρι, όρθιος ευθεία μπροστά μου. Κούνησε το κεφάλι το ύφος της απογοήτευσης, που δείχνει κάποιος όταν νοιάζεται και αυτό με έκανε να απορήσω.
Ο άντρας μου γύρισε γρήγορα και είχε ήδη γνώση της ευθύνης που κατείχα για τον εκλιπόντα χάρτη. Ο ξυλοδαρμός μου ήταν χειρότερος από ποτέ, αλλά αυτή τη φορά ο Δολοφόνος μου με κοιτούσε και έψαχνα να βρω στα μάτια του ένα αίσθημα συμπόνιας. Τίποτε δε βρήκα εκεί μέσα, μόνο το άδειο βλέμμα του καρφωμένο πάνω μου, και επιδεικτική έλλειψη στοργής με πόνεσε περισσότερο από τον ζωώδη θυμό του άντρα μου. Αυτός διέταξε τους άντρες του να με συνοδέψουν μακριά. Πρώτος ο Δολοφόνος μου άνοιγε το δρόμο και ακολουθούσα εγώ με τους δύο φρουρούς στο πλάι μου.
Το ασανσέρ μας μετέφερε στο υπόγειο. Μπροστά μου στεκόταν μία γυναίκα, γύρω στα πενήντα, αλλά πολύ αθλητική με μακριά ξανθά μαλλιά. Ήταν όμορφη αλλά με τη σκληρή ομορφιά του ανθρώπου που έχει αλείψει τα χέρια του με αίμα. Μου χαμογελούσε ευγενικά. Ο Δολοφόνος βγήκε μαζί μου, σκιά πιστή και οι δύο φρουροί επέστρεψαν στο αφεντικό τους.
Η γυναίκα, η Ιρίνα ήταν διευθύντρια αυτού του υπόγειου σταθμού. Στους κοιτώνες έμεναν άνθρωποι ντυμένοι στις γκρίζες στολές τους από κακοφτιαγμένη τσόχα, κουμπωμένες σφιχτά στο λαιμό, με το βλέμμα τους άδειο, το βλέμμα του ανθρώπου που δεν περιμένει τίποτα, του ανθρώπου που έχει χωριστεί βάρβαρα από την ψυχή του. Τα κεφάλια όλων ήταν σκυμμένα και δε διέκρινα καμιά ανησυχία στα πρόσωπά τους. Η Ιρίνα με ξενάγησε, ευγενική και χαμογελαστή, αλλά δε μου άρεσε ούτε αυτή ούτε και το χαμόγελό της. Όλοι δούλευαν γύρω μας. Η δική μου δουλειά θα ήταν πολύ εύκολη. Κάθε μέρα έπαιρνα φαγητό από την Ασιάτισσα, θα το μοίραζα στους κοιτώνες και θα τελείωνα. Ο Δολοφόνος μου περπατούσε από πίσω μου με αθόρυβα βήματα χωρίς να μιλάει.
Από τότε και κάθε μέρα πήγαινα στην Ασιάτισσα και έπαιρνα φαγητό ενώ σε όλη τη διαδρομή, ο Δολοφόνος μου με ακολουθούσε, αρκετά μέτρα μακριά, όχι σαν παρέα, αλλά ούτε και σαν ξένος που σε παρακολουθεί κρυφά, στην ακριβή απόσταση που ορίζει έναν απλό άνθρωπο από το Δολοφόνο του. Η παρουσία του δε με ενοχλούσε. Με ενοχλούσε το ανέκφραστο ύφος του και η αδυναμία του να μου μιλήσει- η μοναξιά μου ήταν βάρος που έσερνα για καιρό. Τα πρόσωπα στους κοιτώνες είχαν αρχίσει να μου γίνονται οικεία και με τον καιρό άρχισα να προσέχω πως μερικά πρόσωπα εξαφανίζονταν, σιωπηλά και χωρίς απορίες. Ήταν φανερό πως μόνο σε μένα φαινόταν μυστηριώδεις αυτές οι εξαφανίσεις και με λίγες ντροπαλές ερωτήσεις δεν έμαθα απολύτως τίποτα. Όχι, το τίποτα δεν είναι σωστό. Έμαθα πως οι άνθρωποι που εξαφανίζονταν έμοιαζαν να μην είχαν περάσει ποτέ από κείνο το μέρος, γιατί κανείς δεν καταλάβαινε για ποιους μιλούσα.
Μια μέρα δεν πήγα στην Ασιάτισσα για φαγητό. Ήθελα να μάθω πού ακριβώς δουλεύουν οι εργάτες. Ακολούθησα κάποιον τυχαίο και βρέθηκα στο πιο σκοτεινό μέρος εκείνου του υπογείου, έχοντας μονίμως την αδρεναλίνη μου ανεβασμένη γνωρίζοντας πως δεν έπρεπε να βρίσκομαι εκεί. πολλές γκρίζες στολές έσκαβαν σιωπηλά και ανέκφραστα, φτιάχνοντας μια τεράστια υπόγεια σήραγγα με ράγες στο έδαφος. Μια μεγάλη πλατφόρμα, πλατιά και μακριά φτιαχνόταν ακόμη, έτοιμη να τσουλήσει αργά προς το τέλος της σήραγγας που χανόταν στο σκοτάδι. Ο Δολοφόνος μου είχε έρθει μαζί μου, ακολουθώντας με πάντα στην ίδια στάση. Οι εργάτες σχόλασαν και το μέρος άδειασε. Έμεινε μόνο η επίμονη μυρωδιά που βγάζει το υπό κατεργασία σίδερο.

καλύτερα ξεκούρδιστοι pt2

για αυτούς που ακόμα αγκαλιάζονται στο χώμα, για αυτούς που δεν ακούν ραδιόφωνο μέσω ίντερνετ, για αυτούς που στα αμάξια τους υπάρχουν κασσέτες και όχι cd, για αυτούς που τραγουδάνε όταν περπατάνε στο δρόμο, για αυτούς που δεν τους νοιάζει να κοιμηθούν σε κρεβάτι, για αυτούς που δίνουν κερασμένο το τελευταίο τσιγάρο στο πακέτο τους, για αυτούς που γελάν ακόμα με τα ανέκδοτα για τη μικρή Αννούλα,
για αυτούς που σκοντάφτουν στο δρόμο επειδή κοιτάνε τα σύννεφα, για αυτούς που όσα λεφτά και να βγάλουν πάλι ξέφραγκοι θα ναι, για αυτούς που αφήνουν τις δουλειές τους στη μέση, για αυτούς ακόμη πορώνονται όταν ακούν το other side κι ας μην το λένε, για αυτούς που στα δύσκολα θα βρεθεί ένα σκονισμένο cd της χαρούλας χωμένο σε κάποιο γραφείο,
για αυτούς που ποτέ μα ποτέ δεν πετάνε τα παλιά πράγματα και γουστάρουν να τα κοιτάνε μια φορά το χρόνο, για αυτούς που δεν σκαλίζουν τη ζωή τους και την παίρνουν όπως έρχεται, για αυτούς που δεν κόβουν το καρπούζι και το τρώνε σε φέτες, για αυτούς που δεν κουβαλάνε ομπρέλα, για αυτούς που δεν πετάνε τα παλιά τρύπια παπούτσια, για αυτούς που καταπιέζονται με τα μαγιώ, για αυτούς δεν έχουν κουρδιστήρι για την κιθάρα και δεν παίζουν με φυλλάδια kithara.vu, για αυτούς που όταν ξυπνάν αναρωτιουνται πού βρίσκονται, για αυτούς που άμα πιουν λεν κ μια μαλακία παραπανω, για αυτούς που δε γουστάρουν διακοπές όταν διαβάζουν ένα καλό βιβλίο, για αυτούς που πίνουν ακόμη κονιάκ, για αυτούς που δε λένε ψέματα στη μάνα τους όταν τρων τα λεφτά τους σε ποτά, τσιγάρα και ταξίδια, για αυτούς που δίνουν τα χτυπημένα τους εισητήρια στον επόμενο επιβάτη....

παιδιά! μη μασάτε!

καλύτερα ξεκούρδιστοι




ανανάς, χρυσόψαρα, νέα υόρκη, κόκκινα χείλη, πράσινος κύβος, πατίνια για αρχάριους, smooth grass, ηλιοτρόπιο απροσανατόλιστο, καλημέρα κύριε γείτονα, καρπός ζουμερός, δέρμα λευκό, χαμόγελο με δόντια ασπρα και στραβά, jungle drums, τσιγαράκι στριμένο φουσκωτό, λιακάδα στο μπαλκόνι, καρπουζάκι στη θάλασσα, this is a happy end.

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010

κερασμενα

μελι σταχτη και φαρμακι
μελι
σταχτη
φαρμακι

κερασμενα.

αλε ρετουρ και πιπες καλαβρέικες.


ε λοιπόν.! δεν υπάρχει μεγαλύτερη μαλακία σε ένα ταξίδι από το εισητήριο μετ'επιστροφής.
η ημερομηνία επιστροφής είναι η μεγαλύτερη τσούλα. κάθομαι τώρα και κοιτάω εισητήρια για να επισκευτώ όλους τους φίλους που φεύγουν στας ευρώπας και με παρατούν κι εγώ αλλο που δε θέλω.
αλλά όταν πας ταξίδι, το πρώτο που πρέπει να έχεις είναι καρδιά ανοιχτή. δεν ξέρεις τι θα βρεθεί μπροστά σου όταν φτάσεις εκεί, τι θα δεις, τι θα γνωρίσεις, πώς θα είναι οι μέρες σου, και για αυτό πας άλλωστε. κι αν τα πραγματα τα φέρουν αλλιώς, θα προσαρμοστείς κι εσύ, θα πεις ναι. αυτό είναι το ταξίδι. το να έχεις εισητήριο επιστροφής είναι μια μαλακία οργουελική που λέει κι ο maekius.
αυτή η ασφάλεια της επιστροφής την τάδε ημερομηνία, είναι κάτι που σκοτώνει το ταξίδι για τα καλά. και δεν ξέρω πώς μπορώ να το αποφύγω.
όποιος έχει ιδέες για να φύγω και να μην ξεφραγκιαστώ για να γυρίσω, να μου το πει να κανονίσω την πορεία μου. αυτά τα ολίγα.!

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

μην πιστεύεις, μην γκρινιάζεις, μην εισαι μαλάκας

μη μασάς. μην πιστεύεις. κόσκινο. ό,τι σου πουν από κόσκινο. καλως ήρθατε στο 2010, όπου δεν πιστεύεις ούτε αυτά που ακούς όυτε αυτά που βλέπεις. και τι πιστεύεις. όσα μπορείς. όσα χωράς. όσα σου λέει το μέσα σου. δεν έχει άδικο. ξέρω είναι δύσκολο να το πιστεύεις με τα γεγονότα όλα κόντρα. αλλά με τα γεγονότα θα τα κάνεις σκατά. εγώ τα κανα. εδώ δεν έχει μεγάλες φιλοσοφίες και φούσκες συνείδησης. εδώ η ώρα ειναι περασμένη, το τσιπουρο περισσεύει και το μόνο που με κρατάει εδώ είναι το νερό του μπάνιου που ακόμα δε ζεστάθηκε.

δυο πραματάκια όλα κι όλα, ασχετα τόσο μεταξυ τους όσο και με τον πρόλογο.

αμα έχεις να κάνεις μια δουλειά, ΚΑΝΤΗΝ ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ Ο ΔΙΑΟΛΟΣ! ΚΑΙ ΜΗ ΓΚΡΙΝΙΑΖΕΙΣ ΓΙ ΑΥΤΌ. ναι το ξέρω. είσαι φοιτητής. είναι τόσο δύσκολα να διαβάζεις 2 μήνες σύνολο το χρόνο, ζορίζεσαι απίστευτα, η ζωή σου είναι μια κόλαση. αλλα χαλάρωσε. ναι! δεν το πιστεύω ότι το λέω αλλά χαλάρωσε. αμα δε γουστάρεις τη σχολή σου σήκω φύγε. αμα τη γουστάρεις βγάλτην. αμα θες γκόμενα βρες. αμα θες να περάσεις μαθήματα διάβασε. αμα θες να ξεκουραστείς κοιμήσου. ΑΛΛΑ ΣΤΑΜΑΤΑ ΝΑ ΓΚΡΙΝΙΑΖΕΙΣ!!!

ναι ναι ξέρω μαζί κι εγώ. δεν τολμάω να βγάλω την ουρά μου απο εξω. όσο είναι η ουρά μέσα ολα μελι γάλα. αμα βγει η ουρά έξω τότε είμαι η μεγαλύτερη γκρινιάρα του σύμπαντος.
ετσι είναι κυρία μου. ο αυτοσαρκασμός έχει όχι διπλή, τετραπλή aka 2^2 αξία. δηλαδή. αμα αυτοσαρκάζεσαι. εμ τους προλαβαίνεις, εμ δεν τα ακούς, εμ εισαι κ μάγκας, εμ τα λες και καλύτερα. αμα είναι να δουλέψει κανείς εμενα ας το κάνω μόνη που ένα ταλέντο έχω κ τον ερμη στον καρκίνο.
αυτό ήταν το ένα.
το δύο... α το δύο! το δύο λοιπόν, είναι σιχαμερο, απαίσιο, ματαιόδοξο, φοβισμένο, αληθινό ως αηδίας, μαλακισμένο ως εκεί που δεν πάει. αλλά υπάρχει κ ζει εδώ αναμεσά μας. ντρέπομαι να το αναλύσω είναι η αλήθεια, κ τώρα που στό πα, ακόμα περισσότερο. αλλά δε γαμεί. το τσίπουρο γράφει κ τα λέει ωραία, εδώ συμπόσιο ολόκληρο βγήκε με τα τσίπουρα, δεν έχω θράσος να το αμφισβητήσω.
το δύο λοιπόν. το χεις μάθει. το δύο. πχ. πόρτες. αν ένα πούλι είναι μόνο του το χτυπάς κ το τρώει η μαγδάλω με το στόμα το μεγάλο. αν ένας άνθρωπος είναι μόνος του, αχ και ούχ και ύφη περίληπα και ευγενικά χαμόγελα και λες και είναι ο καημένος ο έρμος που ζητά αποκατάσταση.
που τα μάθατε αυτά ρε παιδιά. εμείς εδώ μόνοι μας μεγαλώσαμε και πόσο μάλλον οι δικοί μου οι τύποι που ούτε αδέλφια είχαν μεγαλώνοντας, εχουμε μάθει πολύ καλά να σας γράφουμε στα αρχίδια μας όλους εσάς τους σπουδαγμένους τους εξασφαλισμένους τους κακόμοιρους μικρούς ανθρωποειδείς ελληναράδες που ζευγαρωμένοι κοιτάτε με ύφος λύπης όλους τους υπόλοιπους και ιοθετείτε και πατρικό ύφος αποκατάστασης, φοβάμαι μην αρχίσετε να με γεμίζετε και προικιά σαν καμιά γεροξεκουτιασμένη θεια, και μες στη μαλακισμένη σας κατάσταση δε βλέπετε πέρα από τη μύτη σας. λυπάμαι που σας ενημερώνω κυρίες και κύριοι των κυρίων και των κυριών, ότι εμείς οι άνθρωποι που μεγαλώσαμε και ζήσαμε μόνοι, βλέπουμε κάτι τέτοια ανθρωπακια σαν κι εσάς και γελάμε, σας λυπόμαστε και νιώθουμε ρεζίλι. αλλά δεν υπάρχει σε καμία γλώσσα, ούτε στην ελληνική, που λέει κι ο τσαβαρία, ουσιαστικό που να εκφράζει τη ντροπή που νιώθεις μπροστά στη γελοιότητα του άλλου. εμείς μάθαμε στα δύσκολα, πίσω από την πλάτη να σφίγγουμε το ένα χέρι με το άλλο και να παίρνουμε κουράγιο από κει, η καρδιά μας να χτυπάει για 10, να κάνουμε οικογένεια αυτούς που πραγματικά αγαπάμε και αξιζουν δυο δυάρες παραπάνω, και όχι όποιον κάτσει όποιον τύχει όποιον μας πει τι όμορφοι είμαστε, πόσο μας παν καλέ τα μωβ, τι καλα θα ταν να μασταν ΜΑΖΙ να περνούσαμε καλά να κάνουμε σχέση να σε φιλώ στα φανερά να σε κρατάω από τη μέση. ρε δε γαμιέστε λέω γω, που θα αποκαταστήσετε εσείς εμενα? μπαμπουίνοι~!

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010

όπου γης...

και πατρις, καταγής, παναγής κι ότι άλλο θες, εμένα το ίδιο μου ειναι! μη σε απασχολεί, έτσι κι αλλιώς κρίση είναι θα περάσει, ανθρωποι είμαστε, λάθη κάνουμε, εσύ αμα δε θες να κάνεις τότε διάλεξες λάθος είδος, να πας να γίνεις δελφίνι, αρκουδα, σαύρα, ό,τι σε εμπνέει, και το καλό με εμάς τους ανθρώπους λοιπόν είναι ότι όσο χαλαρός άνθρωπος και να σαι, όσο απλά και να βλέπεις τα πράγματα πάντα σχηματίζεις μέσα σου τόσο μεγάλα χάσματα, από κεινα που δε γουστάρεις να τα γεφυρωσεις αλλα να κάτσεις εσυ στη μια άκρη του χάσματος, ο εαυτός σου στην άλλη άκρη και να κοιτιέστε και να λέτε τι ωραία που πατε κι οι δυο με τη θέα.


μου το λέει η Αλάνις εδώ και μήνες και μου το λέει και τώρα. μαλάκας αλλά σοφός, ελεύθερη αλλά καθηλωμένη, ταπί αλλά χαμογελαστή, εκστασιασμένη αλλα στα πόδια σου, γενναία αλλά και κότα, βιρτουόζος αλλά τσομπάνης, φιλική και σκύλα, κομμάτια και γελαστή, ειμαι εδώ αλλά εχω ήδη φύγει, και ούτε εγώ δεν ξέρω πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα, ότι μαλακιες και να σου πω δεν έχω την παραμικρή ιδέα, αλλά να ξέρεις και το ξέρω κι εγώ. λειτουργει το πούστικο το σύστημα και σιγουρα σιγουρα σιγουρα, όλα θα πανε καλα καλα καλα....

υπερβάλω? ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ ΥΠΕΡΒΑΛΩ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ!!! είμαι μεγάλη και δε με χωράει η γη, είμαι μικρή και τα έπιπλα μου μοιαζουν να ειναι έπιπλα του Γκιούλιβερ. και φυσικά υπερβάλω. γιατί γουστάρω. γιατί έχει πλάκα. γιατί δε γίνεται αλλιως. γιατί έχει αθηναικές πινακίδες. ε εντάξει. το χειρότερο να σου σπάσω τα αρχίδια. με την καλή έννοια. αντέχεται? αμα δεν αντέχετε στο δρόμο σας.. εμείς μάθαμε να αντέχουμε τον εαυτό μας και οι ιδιοι ξέρουμε καλύτερα πόσο δύσκολος είναι. ε αμα μπορώ εγώ να μπορέσεις κι εσυ. it can be done.! δε σε παρηγορεί αυτό?? εμένα σίγουρα.

αυτή ηταν η μεγαλύτερη πουστιά στην ιστορία του σύμπαντος. 1900, μαθηματική συνέλευση, κάποιος είπε το εξής ρητό ότι, όλα όλα μα όλα τα προβλήματα μπορούν να λυθούν.
50 χρόνια μετά. άλλη μαθηματική συνέλευση. ένας απέδειξε ότι μερικά προβλήματα δεν μπορούν να λυθούν όσο και στίψεις το κεφάλι σου μέχρι να βγάλει ζουμί πράσινο.
ε πες μου τώρα.? δεν είναι μαλάκας?? ειναι μαλάκας. γιατί ? γιατί έχει αθηναικές πινακίδες. να κρατούσε το στόμα του κλειστό. τώρα ξέρεις πόσο εύκολο είναι να σκοντάψεις πάνω στον αίσωπο, και όταν δεν μπορείς να βρεις μια λύση να γυρίσεις και να πεις ότι δεν έχει λύση? όμφακες εισι!!!
ρε φίλε? ξεκόλλα. και κοίτα λίγο που πατάς γιατί θα σκοντάψεις πάλι στον αίσωπο. όχι ρε μαλάκα δεν είναι αγουρίδες. αλλά δεν πήδηξες αρκετά ψηλα. συνέχισε.

α. κι ένα ακόμα για το κλείσιμο αυτού του τόσο ασυνάρτητου κειμένου, που ούτε ο μόνος μου ακροατής δεν θα καταφέρει να καταλάβει φοβάμαι... (συμβουλή για κατανόηση. διαβασέ το γρήγορα γρήγορα και μετα κοίτα την οθόνη από μακρια, τι έμεινε? ε αυτό. γκοτ ιτ?)
ΦΤΥΣΕ ΤΟ ΜΗΛΟ ΣΟΥ ΚΑΙ ΑΜΕ ΣΤΟ ΚΑΛΟ.

εγώ θέλω να ξέρω και τα καλά και τα κακά. η άγνοια ειναι η αρχή της μαλάκινσης. και πόσο μάλλον όταν τα κακά ειναι μες στη μούρη σου και εσύ κάθεσαι και κλείνεις τα μάτια .... ε τότε η μαλάκινση συνεχίζεται. ελα για μένα τα λέω. που άμα δεν μπορώ να δω κάτι, ακόμα γυρνάω την πλάτη και κοιτάω αλλού. κοτα. και όταν αποφασίζω να το αντιμετωπίσω γυρνάω παίρνω φόρα και πέφτω πάνω με το κούτελο. θαρραλέα.
και στη μέση? μαλάκας. αλλα δε γαμεί. λειτουργει σου λέω.

ε το πολύ πολύ να σπασει το κούτελο. ε τι νομίζεις.
στα σπασίματα χρωστάω μεγάλο ευχαριστώ. σε φέρνουν εκεί που βρίσκεσαι. δεν είναι οτι μαθαίνεις να προσέχεις. παπάρια. μαθαίνεις να αντέχεις. αυτό κρατα το.

το ξαναλέω γιατί έτσι κι αλλιώς ειναι το μόνο που βγάζει νοημα...
με τα πολλά τα παθήματα δε μαθαίνεις πάντα να προσέχεις. αλλά μαθαίνεις να αντέχεις.
αυτά και χαιρετίσματα απόψε γιατι volume ειναι αυτό και ειναι για να ανεβαίνει.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

θα πέσει δε θα πέσει?

είναι μερικοί άνθρωποι που το χουν. το χουν ρε παιδι μου! τι να κάνουμε τώρα? ειναι και μερικοί που δεν τό χουν. δηλαδη.
είναι μερικοί άνθρωποι που τα πράγματα τους κάθονται. πάει να κάνει μία δουλειά, την πιάνει, την κάνει, τελειώνει κλείνει. η δουλειά έχει γίνει κ πάει και τελείωσε. είναι μερικοί άλλοι που για να κάνουν μία δουλειά πρέπει να την κοσκινίσουν να ξεφυσύξουν, να διπλωθούν, να κάνουν δυο κωλοτούμπες, βιονικές αερότουμπες με μαιντανό στα αφτιά, να σιχτιρίσουν το διάολο τους, να αναψοκοκκινίσουν να κάνουν 2.5 ώρες ανάλυση και να διορθώσουν το σύμπαν γύρω τους για να αφήσουν τη δουλειά τους μισή και εντελώς απογοητευμένοι να αποχωρήσουν γεμάτοι εκνευρισμό. χαρακτηριστικά παραδείγματα δευτερου τύπου: ο μπαμπάς μου που προσπαθεί να στερεώσει το σίδερο, εγώ να προσπαθήσω να κάνω εγκατάσταση στο λάπτοπ το battle for middle earth, ο σκύλος μου να προσπαθεί να βρει ένα ήσυχο μέρος για να κοιμηθεί μέσα στο σπίτι, η τέσσυ κι ο γρίβας να προσπαθούν να διπλώσουν μια σκηνή. απογοήτευση....
είναι όμως και μερικοί άνθρωποι που κάνουν τις δουλειές τους χωρίς κόπο, χωρίς σκέψη, απλώς και μόνο επειδή τους έρχεται φυσιολογικό, στο άψε σβήσε, χωρίς τεράστια ποσότητα κατανάλωμένης φαιάς ουσίας. παραδείγματα αυτού του τύπου. ο άγγελος όταν κάνει ρισέτ το μόντεμ, εγώ όταν φτιάχνω ριζότο, η τέσσυ όταν κλείνει το ντουλάπι.

λοιπόν τώρα μπορεί να μου εξηγήσει κάποιος τι σκατά χαρακτηριστικό είναι αυτό? πόσο δύσκολο μπορεί να είναι για έναν άνθρωπο να σιδερώσει χωρίς να ρίξει το σίδερο κάτω από 5 φορές??? πόσο δύσκολο μπορεί να είναι για έναν άνθρωπο να διπλώσει τη ριμαδοσκηνή του και να τη χώσει στη ριμαδοθήκη της!??!!? και αφού το λύσουμε αυτό, εξηγήστε μου που στο κέρατο οφείλεται. δηλαδή το να προσπαθεί η έμυ να βάλει ένα τραγούδι στο youtube, και το να σταματήσω εγώ τα τρία παραθυρα που παίζουν ταυτόχρονα, τρία διαφορετικά και άσχετα τραγούδια μεταξύ τους με δύο κινήσεις, έχουν απόσταση 4 σύμπαντα...

αυτό ας μείνει για λίγο στην ιστορία ως θεωρία δική μου, κι ας χαθεί μετα γιατί εγώ αυτό που σκέφτηκα είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι σκέφτονται υπερβολικά πολύ για να κάνουν μία δουλειά που απαιτεί ελάχιστη συγκέντρωση. ενώ εμείς οι αφηρημένοι που το μυαλό μας αρμενίζει με φόρα και τρέχουμε από πίσω του να το προλάβουμε, σπαταλάμε ελάχιστη ενέργεια σε πράγματα που αφορούν θέματα άσχετα με εμάς τους εγωκεντρικούς, οπότε το μικρό κομμάτι που αφιερώνουμε είναι ότι πρέπει για να γίνει η δουλειά γρήγορα κι ευκολα. το χεις?

να σου πω για την άλλη. θα τη διαβάσει η τέσσυ και θα ανοίξει μπουκάλι με τη μία. γιατί κάθε φορά που το σκεφτόμαστε ανοίγουμε μπουκάλι. εγώ ουίσκι αυτή τζιν.. αηδία...
σε μερικούς ανθρώπους τα πράγματα έρχονται και κάθονται μόνα τους. χωρίς κόπο και χωρίς άγχος. έρχονται κάθονται, αυτοί τα δέχονται και τα πράγματα βαίνουν καλώς. σε μερικούς άλλους τώρα εξηγήστε μου γιατί έρχονται και κάθονται ανάποδα και τρέχουν οι έρμοι να τα στρώσουν μέχρι που αποφασίζουν ότι δε στρώνονται και γυρνάνε κι αυτοί οι δόλιοι ανάποδα για να καταφέρουν να εξισοροπήσουν με την ίδια τους τη ζωή?
η μόνη εξήγηση που έχω για το φαινόμενο αυτό δεν είναι απλή, και είναι λίγο κινηματογραφική. ο νοων νοείτο...
στους πειρατές το 3. εκεί που είναι ο ωραίος μου ο σπάροου που γυρνάει το καράβι αναποδα?
ε όταν σου έρχονται τα πράγματα ανάποδα, γυρνάς εσύ ανάποδα και γυρνάει και ο κόσμος σου ανάποδα.
μπορεί να μην κάνεις τίποτε μα τίποτε σωστό σε αυτή τη ζωή, αλλά δε θα βαρεθείς ποτέ ποτε ποτέ και αυτό που θα μείνει από όσα έκανες θα το πάρω εγώ να το κάνω ταινία και θα βάλω και την κατερίνα να παίξει που της χρωστάω και ένα όσκαρ...
αναποδα..!!
ανάποδα λέμε και μην το σκέφτεσαι καθόλου!!!
τώρα μην κάτσεις ποτε να ψάξεις γιατί ήρθαν τα πράγματα όπως ήρθαν... ήρθαν κ πάει κ τελειώσε. εσύ θα παίξεις με το φύλλο που έχεις και με 2 7 μπορεί να κερδίσεις την μπάνκα.. και δεν ξες τι φύλλο θα σου ρθει μετά.. γυρίζει το παιχνίδι πολύ γρήγορα ρε συ. κι εκεί που πας να πεις πάσω κ να ανοίξεις τα φύλλα σου, βλέπεις πως έχεις ξεχάσει έναν άσσο και τον κοιτάς και λες το παιχνίδι ειναι δικό μου, αρκεί να παίξω καλά. παίξε παιδί μου παίξε. γύρνα αναποδα τον κόσμο και παίξε.
παίξε παίξε παίξε. γιατί η πολύ ειλικρίνεια θα μας φάει σε λίγο. από την πολλή την ωριμότητα έχουμε ξεχάσει να παίζουμε και να κάνουμε κόντρες. παίξε παιδί μου παίξε. μη μου πεις δεν ξέρεις πώς... όλοι ξέρουν πώς. ναι κι εσύ. έλα τώρα...! κι αν σου κάτσει? ε καλα μπορεί και να μην κάτσει. αλλά αμα κάτσει??? χεχεχε...
α και μια θεωρία που η απόδειξή της ούτε με νοιάζει ούτε με αφορά... όσο πιο πολλά ποντάρεις τόσο πιο πολλά θα πάρεις, αλλα κ να τα χάσεις, θα πέφτεις για ώρα. και όσο πιο πολύ ώρα πέφτεις, τόσο πιο ωραία θέα έχει. αυτά τα ολίγα.
πάω να μαζέψω το σίδερο που πάλι το ριξε ο γιαννης ο άχρηστος κι αμα σπάσει δεν μασονοι κανείς.